Στο μεταξύ κάποιος από το πλήθος του είπε: «Δάσκαλε, πες στον αδελφό μου να μοιραστεί μαζί μου την κληρονομιά».
Κατά Λουκάν 12:14 - Νεοελληνική Μετάφραση Λόγου Kι εκείνος του απάντησε: «Άνθρωπε, ποιος με όρισε δικαστή ή διανομέα μεταξύ σας;» Περισσότερες εκδόσειςH Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) Kαι εκείνος είπε προς αυτόν: Άνθρωπε, ποιος με έβαλε δικαστή ή διανεμητή επάνω σας; Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν Αὐτὸς ἀπήντησε, «Ἄνθρωπε, ποιός μὲ διώρισε δικαστήν σας ἢ μεριστήν;». Cata Lucan Evanghelion ke e Praxis ton Apostolon 1859 (Frangochiatika) O dhe ipe pros afton, Anthrope, tis me catestise dhicastin i meristin epano sas? Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Κι ο Ιησούς του απάντησε: «Άνθρωπέ μου, εγώ δεν είμαι δικαστής για να χωρίζω την περιουσία σας». Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Κι ο Ιησούς του απάντησε: «Άνθρωπέ μου, εγώ δεν είμαι δικαστής για να χωρίζω την περιουσία σας». Textus Receptus (Scrivener 1894) ο δε ειπεν αυτω ανθρωπε τις με κατεστησεν δικαστην η μεριστην εφ υμας |
Στο μεταξύ κάποιος από το πλήθος του είπε: «Δάσκαλε, πες στον αδελφό μου να μοιραστεί μαζί μου την κληρονομιά».
Mα ύστερα από λίγο τον είδε κάποιος άλλος και είπε: «Eίσαι κι εσύ ένας απ’ αυτούς!». Kι ο Πέτρος απάντησε: «Άνθρωπέ μου, δεν είμαι».
Kι εκείνος, σαν είδε την πίστη τους, είπε στον παράλυτο: «Άνθρωπε, σου έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες σου».
Tότε ο Ιησούς, επειδή κατάλαβε πως επρόκειτο να έρθουν και να τον αρπάξουν για να τον ανακηρύξουν βασιλιά, αναχώρησε πάλι στο βουνό μόνος του.
Kι εκείνη απάντησε: «Κανένας, Κύριε». Tότε ο Ιησούς της είπε: «Ούτε κι εγώ σε καταδικάζω. Πήγαινε κι απ’ εδώ και μπρος μην αμαρτάνεις πια».
Για τους παραπάνω λόγους, λοιπόν, κι εσύ ακόμα που τους κατακρίνεις, άνθρωπε, ― όποιος κι αν είσαι ― είσαι αδικαιολόγητος, γιατί όταν καταδικάζεις τον άλλο, στην πραγματικότητα καταδικάζεις τον εαυτό σου, επειδή τα ίδια κάνεις κι εσύ που κατακρίνεις.
Kαι υπολογίζεις, άνθρωπε, εσύ που κατακρίνεις αυτούς που τα κάνουν αυτά, κι όμως κάνεις τα ίδια, πως με τούτο θα ξεφύγεις την καταδίκη σου από τον Θεό;
Στ’ αλήθεια, ταλαίπωρε άνθρωπε, ποιος είσαι εσύ που αντιμιλάς στον Θεό; Μήπως θα πει ποτέ το πλάσμα σ’ εκείνον που το έπλασε: «Γιατί μ’ έκανες έτσι;».