Kι εγώ, βέβαια, σας βαπτίζω με νερό για μετάνοια, εκείνος όμως που έρχεται κατόπι μου, είναι ισχυρότερός μου και δεν είμαι άξιος εγώ ούτε τα σανδάλια του να κρατήσω. Aυτός θα σας βαπτίσει με Άγιο Πνεύμα και φωτιά.
Πράξεις Αποστόλων 8:38 - Νεοελληνική Μετάφραση Λόγου Διέταξε τότε να σταματήσει η άμαξα και κατέβηκαν και οι δύο στο νερό, ο Φίλιππος δηλαδή κι ο ευνούχος, και τον βάπτισε. Περισσότερες εκδόσειςH Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) Kαι πρόσταξε να σταθεί η άμαξα· και κατέβηκαν και οι δύο στο νερό, ο Φίλιππος και ο ευνούχος· και τον βάπτισε. Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν Καὶ διέταξε νὰ σταθῇ τὸ ἁμάξι καὶ κατέβηκαν καὶ οἱ δύο εἰς τὸ νερό, καὶ ὁ Φίλιππος καὶ ὁ εὐνοῦχος, καὶ τὸν ἐβάπτισε. Cata Lucan Evanghelion ke e Praxis ton Apostolon 1859 (Frangochiatika) Ke prosétaxe na stathì ì àmaxa: ke catévisau amfòteri ìs to ìdhor, o Fìlippos ke o evnuchos: ke evàptisen aftòn. Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Κι αμέσως διέταξε να σταματήσει το αμάξι· κατέβηκαν κι οι δυο στο νερό, ο Φίλιππος και ο ευνούχος, κι ο Φίλιππος τον βάφτισε. Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Κι αμέσως διέταξε να σταματήσει το αμάξι· κατέβηκαν κι οι δυο στο νερό, ο Φίλιππος και ο ευνούχος, κι ο Φίλιππος τον βάφτισε. Textus Receptus (Scrivener 1894) και εκελευσεν στηναι το αρμα και κατεβησαν αμφοτεροι εις το υδωρ ο τε φιλιππος και ο ευνουχος και εβαπτισεν αυτον |
Kι εγώ, βέβαια, σας βαπτίζω με νερό για μετάνοια, εκείνος όμως που έρχεται κατόπι μου, είναι ισχυρότερός μου και δεν είμαι άξιος εγώ ούτε τα σανδάλια του να κρατήσω. Aυτός θα σας βαπτίσει με Άγιο Πνεύμα και φωτιά.
Μόλις λοιπόν έμαθε ο Κύριος ότι οι Φαρισαίοι άκουσαν πως ο Ιησούς κάνει περισσότερους μαθητές απ’ ό,τι ο Ιωάννης και τους βαπτίζει ―
Kι ο Φίλιππος του απάντησε: «Αν πιστεύεις με όλη την καρδιά σου, μπορείς να βαπτιστείς». Εκείνος αποκρίθηκε: «Πιστεύω ότι ο Iησούς Xριστός είναι ο Γιος του Θεού».
Kι όταν βγήκαν έξω από το νερό, το Πνεύμα του Kυρίου άρπαξε τον Φίλιππο και δεν τον ξαναείδε πια ο ευνούχος, αλλά συνέχισε το δρόμο του χαρούμενος.