Ὅταν ἦλθαν οἱ πρῶτοι, ἐνόμισαν ὅτι θὰ πάρουν περισσότερα, ἀλλ᾽ ἐπῆραν καὶ αὐτοὶ ἀπὸ ἕνα δηνάριον.
Κατά Ματθαίον 20:11 - Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν Καὶ ὅταν τὸ ἐπῆραν, παρεπονοῦντο κατὰ τοῦ οἰκοδεσπότου Περισσότερες εκδόσειςH Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) Kαι παίρνοντάς το, γόγγυζαν ενάντια στον οικοδεσπότη, Νεοελληνική Μετάφραση Λόγου Kι όταν το πήραν άρχισαν να γκρινιάζουν εναντίον του οικοδεσπότη, Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Όταν το πήραν, άρχισαν να διαμαρτύρονται εναντίον του γαιοκτήμονα: Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Όταν το πήραν, άρχισαν να διαμαρτύρονται εναντίον του γαιοκτήμονα: Textus Receptus (Scrivener 1894) λαβοντες δε εγογγυζον κατα του οικοδεσποτου Textus Receptus (Elzevir 1624) λαβοντες δε εγογγυζον κατα του οικοδεσποτου |
Ὅταν ἦλθαν οἱ πρῶτοι, ἐνόμισαν ὅτι θὰ πάρουν περισσότερα, ἀλλ᾽ ἐπῆραν καὶ αὐτοὶ ἀπὸ ἕνα δηνάριον.
καὶ ἔλεγαν, «Αὐτοὶ οἱ τελευταῖοι ἐργάσθηκαν μίαν ὥραν καὶ τοὺς ἔκανες ἴσους μ᾽ ἐμᾶς, ποὺ ἐβαστάξαμε τὸ βάρος τῆς ἡμέρας καὶ τὴν ζέστη».
Διότι θὰ μποροῦσε αὐτὸ τὸ μῦρον νὰ πωληθῇ περισσότερον ἀπὸ τριακόσια δηνάρια καὶ νὰ δοθῇ εἰς τοὺς πτωχούς». Καὶ τὴν ἐπέπλητταν.
Καὶ παρεπονοῦντο οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ γραμματεῖς καὶ ἔλεγαν ὅτι αὐτὸς δέχεται ἁμαρτωλοὺς καὶ τρώγει μαζί τους.
Ὅταν εἶδαν αὐτό, ὅλοι παρεπονοῦντο καὶ ἔλεγαν, «Εἰς τὸ σπίτι ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου πηγαίνει νὰ μείνῃ».
Καὶ παρεπονοῦντο οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ γραμματεῖς καὶ ἔλεγαν εἰς τοὺς μαθητάς του, «Γιατί τρώγετε καὶ πίνετε μαζὶ μὲ τοὺς τελώνας καὶ τοὺς ἁμαρτωλούς;».
Ἐγόγγυζαν τότε οἱ Ἰουδαῖοι ἐναντίον του, διότι εἶπε, «Ἐγὼ εἶμαι ὁ ἄρτος ποὺ κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸν»
Ὁ Ἰησοῦς ἤξερε ἐσωτερικῶς ὅτι γογγύζουν γι᾽ αὐτὸ οἱ μαθηταί του καὶ τοὺς εἶπε, «Αὐτὸ σᾶς κλονίζει;
Ἀλλ᾽ ὅταν οἱ Ἰουδαῖοι εἶδαν τὰ πλήθη, κατελήφθησαν ἀπὸ φθόνον καὶ μὲ ὑβριστικὴν γλῶσσαν ἔφερναν ἀντιρρήσεις εἰς ὅσα ἔλεγε ὁ Παῦλος.
διότι μᾶς ἐμποδίζουν νὰ κηρύξωμεν εἰς τὰ ἔθνη διὰ νὰ σωθοῦν, καὶ ἔτσι πάντοτε γεμίζουν τὸ μέτρον τῶν ἁμαρτιῶν των. Ἔφθασεν ὅμως ἐπὶ τέλους ἡ ὀργὴ ἐπάνω τους.
Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ γογγύζουν, εἶναι μεμψίμοιροι, βαδίζουν κατὰ τὰς ἐπιθυμίας των καὶ τὸ στόμα των μιλεῖ ὑπερήφανα, κολακεύουν πρόσωπα διὰ νὰ ὠφεληθοῦν.