Κατά Λουκάν 11:1 - Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν Κάποτε προσευχότανε εἰς ἕνα τόπον καὶ ὅταν ἐτελείωσε, τοῦ εἶπε κάποιος ἀπὸ τοὺς μαθητάς του, «Κύριε, δίδαξέ μας πῶς νὰ προσευχώμεθα, ὅπως καὶ ὁ Ἰωάννης ἐδίδαξε τοὺς μαθητάς του». Περισσότερες εκδόσειςH Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) KAI ενώ αυτός προσευχόταν σε κάποιον τόπο, όταν σταμάτησε, κάποιος από τους μαθητές του, είπε σ’ αυτόν: Kύριε, δίδαξέ μας να προσευχόμαστε, όπως και ο Iωάννης δίδαξε τους μαθητές του. Νεοελληνική Μετάφραση Λόγου Tο παρακάτω περιστατικό συνέβη κάποτε που ο Iησούς προσευχόταν σε κάποιον τόπο. Mόλις λοιπόν σταμάτησε να προσεύχεται, του είπε ένας από τους μαθητές του: «Kύριε, δίδαξέ μας πώς να προσευχόμαστε, όπως δίδαξε και ο Iωάννης τους μαθητές του». Cata Lucan Evanghelion ke e Praxis ton Apostolon 1859 (Frangochiatika) Ke eno aftos prosifcheto en topo tinì, cathos epavsen, ipe tis ton mathitòn aftu pros afton, Kirie, dhidhaxon imas na prosefchometha, cathos ke o Ioannis edhidhaxe tus mathitas aftu. Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Κάποτε ο Ιησούς προσευχόταν σ’ έναν τόπο. Όταν τελείωσε, ένας από τους μαθητές του τού είπε: «Κύριε, δίδαξέ μας πώς να προσευχόμαστε, όπως κι ο Ιωάννης δίδαξε τους μαθητές του». Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Κάποτε ο Ιησούς προσευχόταν σ’ έναν τόπο. Όταν τελείωσε, ένας από τους μαθητές του τού είπε: «Κύριε, δίδαξέ μας πώς να προσευχόμαστε, όπως κι ο Ιωάννης δίδαξε τους μαθητές του». Textus Receptus (Scrivener 1894) και εγενετο εν τω ειναι αυτον εν τοπω τινι προσευχομενον ως επαυσατο ειπεν τις των μαθητων αυτου προς αυτον κυριε διδαξον ημας προσευχεσθαι καθως και ιωαννης εδιδαξεν τους μαθητας αυτου |
Καὶ αὐτὸς ἀπήντησε, «Ὅταν προσεύχεσθε, νὰ λέτε, «Πατέρα μας ἐπουράνιε, ἂς τιμᾶται ὡς ἅγιον τὸ ὄνομά σου· ἂς ἔλθῃ ἡ βασιλεία σου· ἂς γίνῃ τὸ θέλημά σου ὅπως εἰς τὸν οὐρανόν, ἔτσι καὶ εἰς τὴν γῆν·
Κατὰ τὰς ἡμέρας αὐτὰς ἐβγῆκε εἰς τὸ βουνὸ διὰ νὰ προσευχηθῇ καὶ διενυκτέρευε προσευχόμενος εἰς τὸν Θεόν.
Καὶ ὁ Ἰωάννης προσκάλεσε δύο ἀπὸ τοὺς μαθητάς του, καὶ τοὺς ἔστειλε εἰς τὸν Ἰησοῦν νὰ τοῦ ποῦν, «Σὺ εἶσαι ἐκεῖνος ποὺ μέλλει νὰ ἔλθῃ ἢ ἄλλον νὰ περιμένωμεν;».
Ὅταν κάποτε προσευχότανε ἰδιαιτέρως, ἦσαν μαζί του οἱ μαθηταὶ καὶ τοὺς ἐρώτησε, «Ποιός λέγει ὁ κόσμος ὅτι εἶμαι;».
Ὀκτὼ περίπου ἡμέρες ὕστερα ἀπὸ τὰ λόγια αὐτά, ἐπῆρε τὸν Πέτρον, τὸν Ἰωάννην καὶ τὸν Ἰάκωβον καὶ ἀνέβηκε εἰς τὸ ὄρος διὰ νὰ προσευχηθῇ.
Ὁ Χριστὸς κατὰ τὰς ἡμέρας τῆς ἐπιγείου του ζωῆς, ἔκανε προσευχὰς καὶ παρακλήσεις μὲ κραυγὴν δυνατὴν καὶ μὲ δάκρυα πρὸς ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος ἠμποροῦσε νὰ τὸν σώσῃ ἀπὸ τὸν θάνατον καί, ἀφοῦ εἰσακούσθηκε λόγῳ τῆς εὐλαβείας του,
Σεῖς ὅμως, ἀγαπητοί, ἐποικοδομεῖτε τὸν ἑαυτόν σας εἰς τὴν ἁγιωτάτην πίστιν σας, προσεύχεσθε ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ,