Ο Αμών ήταν είκοσι δύο ετών όταν έγινε βασιλιάς, και βασίλεψε δύο χρόνια στην Ιερουσαλήμ. Η μητέρα του ονομαζόταν Μεσουλλεμέθ και ήταν κόρη του Χαρούς, από την Ιοτεβά.
Οι αξιωματούχοι του έβαλαν το πτώμα του σε μια άμαξα και τον μετέφεραν στην Ιερουσαλήμ όπου και τον έθαψαν στον τάφο του. Ο λαός πήρε τον Ιωάχαζ, γιο του Ιωσία, και τον έχρισε βασιλιά στη θέση του πατέρα του.
Λέει ο Κύριος για το Σαλλούμ, το βασιλιά του Ιούδα, που βασίλεψε στη θέση του πατέρα του και που απομακρύνθηκε απ’ αυτό τον τόπο: «Ο Σαλλούμ δεν θα ξαναγυρίσει εδώ!
Γι’ αυτό ο Κύριος λέει για τον Ιωακίμ, γιο του Ιωσία και βασιλιά του Ιούδα: «Κανένας δε θα τον θρηνήσει και δε θα πει στον άλλο, “αλίμονο αδερφέ μου” ή “αλίμονο αδερφή μου”. Δε θα τον κλάψουν λέγοντας, “αλίμονο άρχοντά μας! Αλίμονο βασιλιά μας!”