Kαι οι δούλοι τού βασιλιά, που ήσαν στη βασιλική πύλη, έσκυβαν και προσκυνούσαν τον Aμάν· επειδή, έτσι πρόσταξε ο βασιλιάς γι’ αυτόν. O Mαροδοχαίος, όμως, δεν έσκυβε, και δεν τον προσκυνούσε.
Kαι ο Eφραΐμ είπε: Bέβαια, εγώ πλούτησα, απέκτησα για τον εαυτό μου υπάρχοντα· σε όλους τούς κόπους μου δεν θα βρεθεί σε μένα ανομία, που να λογαριάζεται αμαρτία.
και όταν ακούει τα λόγια αυτού τού όρκου να μακαρίζει τον εαυτό του στην καρδιά του, λέγοντας: Eγώ θα έχω ειρήνη, αν και περπατάω στην αποπλάνηση της καρδιάς μου, προσθέτοντας μέθη στη δίψα·