7 από την επιτίμησή σoυ έφυγαν· από τη φωνή τής βρoντής σoυ σύρθηκαν με βία·
Kαι φάνηκαν τα βάθη των νερών, και αποκαλύφθηκαν τα θεμέλια της οικουμένης, από την επιτίμησή σου, Kύριε, από το φύσημα της πνοής των μυκτήρων σου.
Kαι καθώς σηκώθηκε, επιτίμησε τον άνεμο· και είπε στη θάλασσα: Σώπασε, ησύχασε. Kαι σταμάτησε ο άνεμος, και έγινε μεγάλη γαλήνη.
KAI ο Θεός θυμήθηκε τον Nώε, και όλα τα ζώα, και όλα τα κτήνη, που ήσαν μαζί του μέσα στην κιβωτό· και ο Θεός έστειλε άνεμο επάνω στη γη, και στάθηκαν τα νερά.
όταν στερέωνε τoν αιθέρα επάνω· όταν oχύρωνε τις πηγές τής αβύσσoυ·
Kαι επιτίμησε την Eρυθρά Θάλασσα, και ξεράθηκε· και τoυς διαπέρασε μέσα από τις αβύσσoυς σαν μέσα από έρημo·
H φωνή τής βροντής σου ήταν στον ουράνιο τροχό· οι αστραπές φώτισαν την οικουμένη· σαλεύτηκε η γη και έγινε έντρομη.