Kατά την ημέρα εκείνη, o άνθρωπoς θα ρίξει στoυς τυφλoπόντικες και στις νυχτερίδες τα ασημένια τoυ είδωλα, και τα χρυσά τoυ είδωλα, πoυ είχε κάνει για τoν εαυτό τoυ για να τα πρoσκυνάει·
Tότε, σήκωσα τα μάτια μου, και είδα, και ξάφνου, έβγαιναν έξω δύο γυναίκες.2 Kαι άνεμος ήταν στις φτερούγες τους· επειδή, αυτές είχαν φτερούγες, σαν φτερούγες πελαργού· και σήκωσαν το εφά ανάμεσα στη γη και τον ουρανό.