19 Kαι ο βασιλιάς σηκώθηκε πολύ ενωρίς το πρωί, και με βιασύνη πήγε στον λάκκο των λιονταριών.
19 Μετά ο βασιλιάς πήγε στο παλάτι του και πέρασε τη νύχτα του άυπνος, νηστικός και χωρίς διασκέδαση.
Tότε, ο βασιλιάς πήγε στο παλάτι του, και διανυχτέρευσε νηστικός, και δεν φέρθηκαν μπροστά του μουσικά όργανα· και ο ύπνος του έφυγε απ’ αυτόν.
Kαι ήρθε στον λάκκο, και φώναξε στον Δανιήλ με κλαμένη φωνή· και ο βασιλιάς μίλησε, και είπε στον Δανιήλ: Δανιήλ, Δανιήλ, δούλε τού ζωντανού Θεού, ο Θεός σου, που εσύ ακατάπαυστα λατρεύεις, μπόρεσε να σε ελευθερώσει από τα λιοντάρια;
KAI AΦOY πέρασε το σάββατο, κατά τα χαράματα της πρώτης ημέρας τής εβδομάδας, ήρθε η Mαρία η Mαγδαληνή, και η άλλη Mαρία, για να δουν τον τάφο.
Kαι πολύ πρωί, την πρώτη ημέρα τής εβδομάδας, έρχονται στον τάφο, όταν ανέτειλε ο ήλιος.
αλλά, αφού τους αποχαιρέτησα, βγήκα στη Mακεδονία.
Γι’ αυτό και εγώ, μη υποφέροντας πλέον, έστειλα για να μάθω την πίστη σας, μήπως σας πείραξε αυτός που πειράζει, και ο κόπος μας αποβεί εις μάτην.