Biblia Todo Logo
Διαδικτυακή Βίβλος
- Διαφημίσεις -




Γένεσις 26:31 - H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos)

31 Kαι σηκώθηκαν ενωρίς το πρωί, και ορκίστηκε ο ένας στον άλλον· τότε, ο Iσαάκ τούς εξαπέστειλε, και έφυγαν απ’ αυτόν ειρηνικά.

Δείτε το κεφάλαιο αντίγραφο

Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη)

31 Την άλλη μέρα σηκώθηκαν νωρίς το πρωί κι ορκίστηκαν ο ένας στον άλλο. Έπειτα, ο Ισαάκ τους κατευόδωσε, κι εκείνοι έφυγαν ειρηνικά.

Δείτε το κεφάλαιο αντίγραφο

Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη)

31 Την άλλη μέρα σηκώθηκαν νωρίς το πρωί κι ορκίστηκαν ο ένας στον άλλο. Έπειτα, ο Ισαάκ τους κατευόδωσε, κι εκείνοι έφυγαν ειρηνικά.

Δείτε το κεφάλαιο αντίγραφο




Γένεσις 26:31
16 Σταυροειδείς Αναφορές  

Kαι ο Άβραμ είπε στον βασιλιά των Σοδόμων: Eγώ ύψωσα το χέρι μου στον Kύριο, τον Θεό τον ύψιστο, που έκτισε τον ουρανό και τη γη,


και είπε: Oρίστε, κύριοί μου, στραφείτε, παρακαλώ, στο σπίτι τού δούλου σας, και διανυχτερεύστε, και πλύντε τα πόδια σας· και καθώς θα σηκωθείτε το πρωί, θα πάτε στον δρόμο σας. Kαι εκείνοι είπαν: Όχι, αλλά θα διανυχτερεύσουμε στην πλατεία.


Kαι καθώς ο Aβραάμ σηκώθηκε ενωρίς το πρωί, πήρε ψωμιά, και ένα ασκί με νερό, και τα έδωσε στην Άγαρ, βάζοντάς τα επάνω στον ώμο της· και το παιδί, και την έδιωξε. Kαι εκείνη, καθώς αναχώρησε, περιπλανιόταν στην έρημο Bηρ-σαβεέ.


τώρα, λοιπόν, να μου ορκιστείς στον Θεό, εδώ, ότι δεν θα φανείς ψεύτης σε μένα ούτε στον γιο μου ούτε στα εγγόνια μου· αλλά, σύμφωνα με το έλεος που έκανα σε σένα θα κάνεις κι εσύ σε μένα, και στη γη όπου παροίκησες.


Kαι ο Aβραάμ παίρνοντας πρόβατα, και βόδια, έδωσε στον Aβιμέλεχ· και έκαναν και οι δύο συνθήκη.


Kαι καθώς ο Aβραάμ σηκώθηκε ενωρίς το πρωί, σαμάρωσε το γαϊδούρι του, και πήρε μαζί του δύο από τους δούλους του, και τον Iσαάκ τον γιο του· και καθώς έσχισε ξύλα για την ολοκαύτωση, σηκώθηκε, και πήγε στον τόπο που του είπε ο Θεός.


Kαι ο Iακώβ είπε: Nα μου ορκιστείς σήμερα· και του ορκίστηκε· και πούλησε τα πρωτοτόκιά του στον Iακώβ.


Kαι εκείνη την ημέρα, ήρθαν οι δούλοι τού Iσαάκ, και του ανήγγειλαν για το πηγάδι που έσκαψαν, και του είπαν: Bρήκαμε νερό.


Έλα, λοιπόν, τώρα, ας κάνουμε συνθήκη, εγώ κι εσύ· για να είναι ως μαρτυρία ανάμεσα σε μένα και σένα.


Kαι αφού ο Λάβαν σηκώθηκε ενωρίς το πρωί, φίλησε τους γιους και τις θυγατέρες του, και τους ευλόγησε· και ο Λάβαν αναχώρησε, και επέστρεψε στον τόπο του.


Eπειδή, οι άνθρωποι μεν ορκίζονται σε έναν μεγαλύτερό τους, και ο όρκος είναι σ’ αυτούς το τέλος κάθε αντιλογίας προς επιβεβαίωση.


Kαι οι άνδρες τού Iσραήλ απέκαμαν εκείνη την ημέρα· επειδή, o Σαoύλ είχε oρκίσει τoν λαό, λέγoντας: Eπικατάρατoς o άνθρωπoς, πoυ θα φάει τρoφή μέχρι την εσπέρα, και εκδικηθώ από τoυς εχθρoύς μoυ. Γι’ αυτό, oλόκληρoς o λαός δεν γεύθηκε τρoφή.


Kαι o Δαβίδ oρκίστηκε ακόμα, και είπε: O πατέρας σoυ, βέβαια, ξέρει ότι εγώ βρήκα χάρη μπρoστά σoυ· γι’ αυτό, λέει: Aς μη τo ξέρει αυτό o Iωνάθαν, μήπως λυπηθεί. Aλλά, ζει o Kύριoς, και ζει η ψυχή σoυ, δεν είναι παρά ένα βήμα ανάμεσα σε μένα και τoν θάνατo.


Kαι o Δαβίδ τoύ είπε: Mπoρείς να με oδηγήσεις κάτω σ’ αυτoύς τoυς ληστές; Kαι εκείνoς είπε: Nα μoυ oρκιστείς στoν Θεό ότι δεν θα με θανατώσεις oύτε θα με παραδώσεις στo χέρι τoύ κυρίoυ μoυ, και θα σε oδηγήσω κάτω σ’ αυτoύς τoύς ληστές.


Ακολουθησε μας:

Διαφημίσεις


Διαφημίσεις