Ὅταν ἐπέστρεψα εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐνῷ προσευχόμουν εἰς τὸν ναόν, περιέπεσα εἰς ἔκστασιν
Πράξεις Αποστόλων 11:5 - Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν «Ἐγώ», εἶπε, «ἤμουν εἰς τὴν πόλιν τῆς Ἰόππης καί, ἐνῷ προσευχόμουν, εἶδα σὲ ἔκστασιν ὅραμα, κάτι σὰν ἕνα μεγάλο σινδόνι, δεμένο στὶς τέσσερις γωνίες, νὰ κατεβαίνῃ ἀπὸ τὸν οὐρανὸν καὶ νὰ φθάνῃ ἕως ἐμέ. Περισσότερες εκδόσειςH Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) Eγώ ήμουν προσευχόμενος στην πόλη Iόππη· και είδα μέσα σε έκσταση ένα όραμα, κάποιο σκεύος να κατεβαίνει σαν ένα μεγάλο σεντόνι, που, δεμένο από τις τέσσερις άκρες του, το κατέβαζαν από τον ουρανό, και ήρθε μέχρις εμένα· Νεοελληνική Μετάφραση Λόγου «Bρισκόμουν στην πόλη Ιόππη, όπου, καθώς προσευχόμουν, είδα, σε κατάσταση έκστασης, ένα όραμα. Ένα αντικείμενο σαν μεγάλο σεντόνι, δεμένο από τις τέσσερις άκρες του, κατέβαινε από τον ουρανό, ώσπου ήρθε μέχρι σ’ εμένα. Cata Lucan Evanghelion ke e Praxis ton Apostolon 1859 (Frangochiatika) Egho imin prosefchòmenos en ti pòli Ioppi: ke idhon orama en ekstàsi, skevos ti catavénon os sindhòna meghalin, itis dhedhemeni apo ton tessàron acron catevivazeto ek tu uranu, ke ilthe mechris emu: Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) «Όταν βρισκόμουν στην Ιόππη», τους είπε, «είδα, ενώ προσευχόμουν, ένα όραμα: είδα να κατεβαίνει από τον ουρανό κάτι σαν ένα μεγάλο σεντόνι πιασμένο από τις τέσσερις άκρες του και να έρχεται ως εμένα. Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) «Όταν βρισκόμουν στην Ιόππη», τους είπε, «είδα, ενώ προσευχόμουν, ένα όραμα: είδα να κατεβαίνει από τον ουρανό κάτι σαν ένα μεγάλο σεντόνι πιασμένο από τις τέσσερις άκρες του και να έρχεται ως εμένα. Textus Receptus (Scrivener 1894) εγω ημην εν πολει ιοππη προσευχομενος και ειδον εν εκστασει οραμα καταβαινον σκευος τι ως οθονην μεγαλην τεσσαρσιν αρχαις καθιεμενην εκ του ουρανου και ηλθεν αχρις εμου |
Ὅταν ἐπέστρεψα εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐνῷ προσευχόμουν εἰς τὸν ναόν, περιέπεσα εἰς ἔκστασιν
Εἰς τὴν Δαμασκὸν ὑπῆρχε κάποιος μαθητής, ὀνομαζόμενος Ἀνανίας, καὶ εἶπε εἰς αὐτὸν ὁ Κύριος σὲ ὅραμα, «Ἀνανία», αὐτὸς δὲ εἶπε, «Ἰδοὺ ἐγώ, Κύριε».
Εἰς τὴν Ἰόππην ὑπῆρχε κάποια μαθήτρια ποὺ ὠνομάζετο Ταβιθά, ἑλληνιστὶ Δορκάς, ἡ ὁποία ἔκανε πολλὲς ἀγαθοεργίες καὶ ἐλεημοσύνες.
Ἐπειδὴ ἡ Λύδδα ἦτο κοντὰ εἰς τὴν Ἰόππην, οἱ μαθηταὶ ἄκουσαν ὅτι ὁ Πέτρος εἶναι ἐκεῖ, καὶ τοῦ ἔστειλαν δύο ἄνδρας μὲ τὴν παράκλησιν: «Μὴ βραδύνῃς νὰ ἔλθῃς καὶ σ᾽ ἐμᾶς».