Ἐπῆγαν καὶ ἐκεῖνοι. Πάλιν ὅταν ἐβγῆκε κατὰ τὴν ἕκτην καὶ τὴν ἐνάτην ὥραν, ἔκανε τὸ ἴδιο.
Πράξεις Αποστόλων 10:9 - Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν Τὴν ἑπομένην ἡμέραν, ἐνῷ ἐκεῖνοι περπατοῦσαν ἀκόμη καὶ ἐπλησίαζαν εἰς τὴν πόλιν, ἀνέβηκε ὁ Πέτρος εἰς τὸ ἀνῶγι, κατὰ τὴν ἕκτην ὥραν, διὰ νὰ προσευχηθῇ. Περισσότερες εκδόσειςH Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) Kαι την επόμενη ημέρα, ενώ εκείνοι οδοιπορούσαν και πλησίαζαν στην πόλη, ο Πέτρος, γύρω στην έκτη ώρα, ανέβηκε στην ταράτσα για να προσευχηθεί. Νεοελληνική Μετάφραση Λόγου Kαι την άλλη μέρα, κι ενώ εκείνοι οδοιπορούσαν ακόμα και πλησίαζαν πια στην πόλη, ανέβηκε ο Πέτρος στην ταράτσα γύρω στις δώδεκα το μεσημέρι για να προσευχηθεί. Cata Lucan Evanghelion ke e Praxis ton Apostolon 1859 (Frangochiatika) Tì dhe epàvrion, eno ekini odhipòrun ke eplisiazon is tin pòlin, anévi o Petros is to dhóma dhia na prosefchithì, peri tin ectin oran. Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Την άλλη μέρα, ενώ εκείνοι ακόμα οδοιπορούσαν και κόντευαν να φτάσουν στην πόλη, ο Πέτρος ανέβηκε στο υπερώο γύρω στο μεσημέρι για να προσευχηθεί. Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Την άλλη μέρα, ενώ εκείνοι ακόμα οδοιπορούσαν και κόντευαν να φτάσουν στην πόλη, ο Πέτρος ανέβηκε στο υπερώο γύρω στο μεσημέρι για να προσευχηθεί. Textus Receptus (Scrivener 1894) τη δε επαυριον οδοιπορουντων εκεινων και τη πολει εγγιζοντων ανεβη πετρος επι το δωμα προσευξασθαι περι ωραν εκτην |
Ἐπῆγαν καὶ ἐκεῖνοι. Πάλιν ὅταν ἐβγῆκε κατὰ τὴν ἕκτην καὶ τὴν ἐνάτην ὥραν, ἔκανε τὸ ἴδιο.
ἐκεῖνος, ποὺ εἶναι ἐπάνω εἰς τὴν ταράτσα, ἂς μὴ κατεβῇ νὰ πάρῃ τὰ πράγματα ἀπὸ τὸ σπίτι του,
Ἀλλὰ σύ, ὅταν προσεύχεσαι, πήγαινε εἰς τὸ πιὸ ἀπόμερον δωμάτιόν σου, κλεῖσε τὴν πόρτα καὶ προσευχήσου εἰς τὸν Πατέρα σου, ὁ ὁποῖος εἶναι παρὼν ἐκεῖ εἰς τὸ κρυφὸ μέρος, καὶ ὁ Πατέρας σου, ποὺ βλέπει τί γίνεται εἰς τὰ κρυφά, θὰ σὲ ἀνταμοίψῃ εἰς τὰ φανερά.
Τὸ πρωΐ, ἐνῷ ἦτο ἀκόμη νύχτα, ἐσηκώθηκε, ἐβγῆκε ἔξω καὶ ἐπῆγε εἰς ἕνα ἀπόμερον τόπον καὶ ἐκεῖ προσευχότανε.
Μίαν ἡμέραν, περὶ τὴν ἐνάτην ὥραν, εἶδε καθαρὰ σ᾽ ἕνα ὅραμα ἄγγελον τοῦ Θεοῦ νὰ ἔρχεται πρὸς αὐτὸν καὶ νὰ τοῦ λέγῃ, «Κορνήλιε».
Νὰ ἐμμένετε εἰς τὴν προσευχὴν καὶ τὴν δέησιν, προσευχόμενοι πάντοτε ἐν Πνεύματι καὶ πρὸς τὸν σκοπὸν αὐτὸν νὰ ἀγρυπνῆτε μὲ πλήρη ἐπιμονὴν καὶ δέησιν δι᾽ ὅλους τοὺς ἁγίους,
Θέλω λοιπόν, νὰ προσεύχωνται οἱ ἄνδρες εἰς κάθε τόπον, ὑψώνοντες χέρια ἅγια, χωρὶς ὀργὴν καὶ ἀμφιβολίαν.