Καὶ τὸν ἐπλησίασε ὁ διάβολος καὶ τοῦ εἶπε, «Ἐὰν εἶσαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, πὲς νὰ γίνουν αὐτὲς οἱ πέτρες ψωμί».
Κατά Ματθαίον 8:29 - Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν Καὶ ἐφώναξαν, «Τί ἔχεις μαζί μας Ἰησοῦ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ; Ἦλθες ἐδῶ προώρως γιὰ νὰ μᾶς βασανίσῃς;». Περισσότερες εκδόσειςH Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) Kαι ξάφνου, έκραξαν, λέγοντας: Tι είναι ανάμεσα σε μας και σε σένα, Iησού, Yιέ τού Θεού; Ήρθες εδώ προ καιρού για να μας βασανίσεις; Νεοελληνική Μετάφραση Λόγου Kι είπαν αυτοί κραυγάζοντας: «Tι σχέση έχουμε εμείς με σένα Iησού, Γιε του Θεού; Ήρθες εδώ πρόωρα να μας βασανίσεις;». Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Και με κραυγές του έλεγαν: «Τι δουλειά έχεις εσύ μ’ εμάς, Υιέ του Θεού; Ήρθες εδώ να μας βασανίσεις πριν την ώρα μας;» Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Και με κραυγές του έλεγαν: «Τι δουλειά έχεις εσύ μ’ εμάς, Υιέ του Θεού; Ήρθες εδώ να μας βασανίσεις πριν την ώρα μας;» Textus Receptus (Scrivener 1894) και ιδου εκραξαν λεγοντες τι ημιν και σοι ιησου υιε του θεου ηλθες ωδε προ καιρου βασανισαι ημας Textus Receptus (Elzevir 1624) και ιδου εκραξαν λεγοντες τι ημιν και σοι ιησου υιε του θεου ηλθες ωδε προ καιρου βασανισαι ημας |
Καὶ τὸν ἐπλησίασε ὁ διάβολος καὶ τοῦ εἶπε, «Ἐὰν εἶσαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, πὲς νὰ γίνουν αὐτὲς οἱ πέτρες ψωμί».
«Αἴ, τί ἐπεμβαίνεις σ᾽ἐμᾶς, Ἰησοῦ Ναζαρηνέ; Ἦλθες νὰ μᾶς καταστρέψῃς; Ξέρω ποιός εἶσαι, ὁ Ἅγιος τοῦ Θεοῦ».
Καὶ τὰ ἀκάθαρτα πνεύματα, ὅταν τὸν ἔβλεπαν, τὸν προσκυνοῦσαν καὶ ἐφώναζαν, «Σὺ εἶσαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ».
καὶ ἐφώναξε δυνατά, «Τί ἐπεμβαίνεις σ᾽ ἐμέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου; Σὲ ἐξορκίζω εἰς τὸν Θεὸν νὰ μὴ μὲ βασανίσῃς».
«Αἴ, τί ἐπεμβαίνεις σ᾽ ἐμᾶς, Ἰησοῦ Ναζαρηνέ; Ἦλθες νὰ μᾶς καταστρέψῃς; Ξέρω ποιός εἶσαι· ὁ Ἅγιος τοῦ Θεοῦ».
Ἔβγαιναν δὲ καὶ δαιμόνια ἀπὸ πολλούς, τὰ ὁποῖα ἐφώναζαν, «Σὺ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ». Καὶ τὰ ἐπέπληττε καὶ δὲν τὰ ἄφηνε νὰ μιλοῦν, διότι ἤξεραν ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστός.
Ὅταν εἶδε τὸν Ἰησοῦν, ἔκραξε καὶ ἔπεσε εἰς τὰ πόδια του καὶ μὲ δυνατὴν φωνὴν εἶπε, «Τί ἐπεμβαίνεις σ᾽ ἐμέ, Ἰησοῦ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου; Σὲ παρακαλῶ μὴ μὲ βασανίσῃς».
Αὐτὴ ἀκολούθησε τὸν Παῦλον καὶ ἐμᾶς καὶ ἐφώναζε, «Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι εἶναι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, καὶ σᾶς ἀναγγέλλουν τὸν δρόμον τῆς σωτηρίας».
Σὺ πιστεύεις ὅτι ἕνας εἶναι ὁ Θεός. Καλὰ κάνεις· καὶ τὰ δαιμόνια τὸ πιστεύουν αὐτὸ καὶ φρίττουν.
Ὁ Θεὸς δὲν ἐλυπήθηκε τοὺς ἀγγέλους, οἱ ὁποῖοι ἁμάρτησαν, ἀλλὰ τοὺς ἔρριξε εἰς τὰ ζοφερὰ σπήλαια τοῦ ταρτάρου καὶ τοὺς παρέδωκε νὰ φυλάσσωνται ἕως ὅτου δικασθοῦν·
καὶ ἀγγέλους, οἱ ὁποῖοι δὲν ἐκράτησαν τὸ ὑπούργημά των ἀλλὰ ἄφησαν τὸν τόπον τῆς διαμονῆς των, τοὺς ἔχει κρατήσει μὲ αἰώνια δεσμὰ εἰς τὸ σκοτάδι διὰ νὰ κριθοῦν τὴν μεγάλην Ἡμέραν·