Προσέχετε δὲ τοὺς ἀνθρώπους, διότι θὰ σᾶς παραδώσουν σὲ δικαστήρια καὶ θὰ σᾶς μαστιγώσουν εἰς τὰς συναγωγάς των
Κατά Ματθαίον 5:22 - Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν Ἐγὼ ὅμως σᾶς λέγω, ὅτι καθένας ποὺ ὀργίζεται ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ του χωρὶς λόγον, πρέπει νὰ δικασθῇ. Ἐκεῖνος δέ, ποὺ θὰ πῇ εἰς τὸν ἀδελφόν του «Ρακά», αὐτὸς πρέπει νὰ παραπεμφθῇ εἰς τὸ Συνέδριον. Ἐκεῖνος πάλιν ποὺ θὰ πῇ, «Μωρέ», αὐτὸς πρέπει νὰ παραδοθῇ εἰς τὴν πυρίνην γέενναν. Περισσότερες εκδόσειςH Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) Eγώ, όμως, σας λέω ότι, καθένας που οργίζεται αναίτια ενάντια στον αδελφό του, θα είναι ένοχος στην κρίση, και όποιος πει στον αδελφό του: Pακά,4 θα είναι ένοχος στο συνέδριο· και όποιος πει: Mωρέ, θα είναι ένοχος στη γέεννα της φωτιάς. Νεοελληνική Μετάφραση Λόγου Eγώ όμως σας λέω πως ο καθένας που οργίζεται αδικαιολόγητα κατά του αδελφού του, θα κηρυχτεί ένοχος στην Kρίση. Kαι όποιος αποκαλέσει ηλίθιο τον αδελφό του, θα κηρυχτεί ένοχος στο Δικαστήριο. Kαι όποιος τον πει βλάκα, θα κηρυχτεί ένοχος για τη γέεννα της φωτιάς. Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Εγώ όμως σας λέω πως ακόμα κι όποιος οργίζεται εναντίον του αδερφού του χωρίς λόγο, πρέπει να καταδικαστεί από το τοπικό δικαστήριο. Κι όποιος πει τον αδερφό του “ρακά”, δηλαδή “ανόητο”, πρέπει να καταδικαστεί από το μεγάλο συνέδριο. Κι όποιος τον πει “μωρέ”, δηλαδή “ηλίθιο”, πρέπει να καταδικαστεί στη φωτιά της κόλασης. Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Εγώ όμως σας λέω πως ακόμα κι όποιος οργίζεται εναντίον του αδερφού του χωρίς λόγο, πρέπει να καταδικαστεί από το τοπικό δικαστήριο. Κι όποιος πει τον αδερφό του “ρακά”, δηλαδή “ανόητο”, πρέπει να καταδικαστεί από το μεγάλο συνέδριο. Κι όποιος τον πει “μωρέ”, δηλαδή “ηλίθιο”, πρέπει να καταδικαστεί στη φωτιά της κόλασης. Textus Receptus (Scrivener 1894) εγω δε λεγω υμιν οτι πας ο οργιζομενος τω αδελφω αυτου εικη ενοχος εσται τη κρισει ος δ αν ειπη τω αδελφω αυτου ρακα ενοχος εσται τω συνεδριω ος δ αν ειπη μωρε ενοχος εσται εις την γεενναν του πυρος Textus Receptus (Elzevir 1624) εγω δε λεγω υμιν οτι πας ο οργιζομενος τω αδελφω αυτου εικη ενοχος εσται τη κρισει ος δ αν ειπη τω αδελφω αυτου ρακα ενοχος εσται τω συνεδριω ος δ αν ειπη μωρε ενοχος εσται εις την γεενναν του πυρος |
Προσέχετε δὲ τοὺς ἀνθρώπους, διότι θὰ σᾶς παραδώσουν σὲ δικαστήρια καὶ θὰ σᾶς μαστιγώσουν εἰς τὰς συναγωγάς των
Μὴ φοβᾶσθε ἐκείνους ποὺ σκοτώνουν τὸ σῶμα, ἀλλὰ δὲν μποροῦν νὰ σκοτώσουν τὴν ψυχήν. Νὰ φοβᾶσθε μᾶλλον ἐκεῖνον, ποὺ μπορεῖ νὰ κάνῃ καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα νὰ χαθοῦν εἰς τὴν γέενναν.
Οἱ δὲ Φαρισαῖοι, ὅταν ἄκουσαν αὐτά, εἶπαν, «Αὐτὸς δὲν διώχνει τὰ δαιμόνια παρὰ διὰ τοῦ Βεελζεβούλ, τοῦ ἀρχηγοῦ τῶν δαιμονίων».
Ἐνῷ αὐτὸς ἀκόμη ἐμιλοῦσε, ἕνα σύννεφο φωτεινὸ τοὺς ἐσκίασε καὶ μία φωνὴ ἀπὸ τὸ σύννεφο ἔλεγε: Αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, εἰς τὸν ὁποῖον εὐαρεστοῦμαι. Αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε.
Τότε ἐπλησίασε ὁ Πέτρος καὶ τοῦ εἶπε, «Κύριε, πόσες φορὲς νὰ συγχωρήσω τὸν ἀδελφόν μου, ἐὰν ἐξακολουθῇ νὰ μοῦ κάνῃ κακόν; Ἕως ἑπτὰ φορές;».
Ἔτσι καὶ ὁ Πατέρας μου ὁ οὐράνιος θὰ σᾶς συμπεριφερθῇ, ἐὰν ὁ καθένας σας δὲν συγχωρῇ τὸν ἀδελφόν του μὲ ὅλην σας τὴν καρδιά».
Ἀλλοίμονον σ᾽ ἐσᾶς, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, διότι τριγυρίζετε τὴν θάλασσαν καὶ τὴν ξηρὰν γιὰ νὰ κάνετε ἕνα προσήλυτον, καὶ ὅταν γίνῃ, τὸν κάνετε παιδὶ τῆς γεέννης, δυὸ φορὲς περισσότερον ἀπὸ σᾶς.
Τότε θὰ πῇ καὶ σ᾽ ἐκείνους, ποὺ θὰ εἶναι πρὸς τὰ ἀριστερά, «Φύγετε ἀπ᾽ ἐμέ, καταραμένοι, στὴν αἰωνία φωτιά, ποὺ ἔχει ἑτοιμασθῆ διὰ τὸν διάβολον καὶ τοὺς ἀγγέλους του,
Οἱ ἀρχιερεῖς ὅμως καὶ οἱ πρεσβύτεροι καὶ τὸ συνέδριον ἐζητοῦσαν μίαν ψευδομαρτυρίαν ἐναντίον τοῦ Ἰησοῦ διὰ νὰ τὸν θανατώσουν
Καὶ φωνὴ ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς ἔλεγε, Αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, εἰς τὸν ὁποῖον εὐαρεστοῦμαι.
Ἐγὼ ὅμως σᾶς λέγω, νὰ μὴ ὁρκίζεσθε καθόλου, οὔτε εἰς τὸν οὐρανόν, διότι εἶναι θρόνος τοῦ Θεοῦ,
Ἐγὼ ὅμως σᾶς λέγω, ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας, εὐλογεῖτε ἐκείνους ποὺ σᾶς καταρῶνται, εὐεργετεῖτε ἐκείνους ποὺ σᾶς μισοῦν καὶ προσεύχεσθε δι᾽ ἐκείνους ποὺ σᾶς κακομεταχειρίζονται καὶ σᾶς καταδιώκουν,
Οἱ ἀρχιερεῖς καὶ ὁλόκληρον τὸ συνέδριον ἐζητοῦσαν κάποιαν μαρτυρίαν κατὰ τοῦ Ἰησοῦ, ὥστε νὰ τὸν θανατώσουν, ἀλλὰ δὲν εὕρισκαν.
Καὶ ἐνωρὶς τὸ πρωῒ εἶχαν συμβούλιον οἱ ἀρχιερεῖς μαζὶ μὲ τοὺς πρεσβυτέρους καὶ τοὺς γραμματεῖς καὶ ὅλον τὸ συνέδριον καὶ ἀφοῦ ἔδεσαν τὸν Ἰησοῦν, τὸν μετέφεραν καὶ τὸν παρέδωκαν εἰς τὸν Πιλᾶτον.
Θὰ σᾶς ὑποδείξω δὲ ποιόν πρέπει νὰ φοβηθῆτε· νὰ φοβηθῆτε ἐκεῖνον ποὺ ὕστερα ἀπὸ τὸν φόνον ἔχει ἐξουσίαν νὰ σᾶς ρίξῃ εἰς τὴν γέενναν· ναί, σᾶς λέγω, αὐτὸν νὰ φοβηθῆτε.
Ὅταν ἐξημέρωσε, ἐμαζεύθηκαν οἱ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ, ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς, καὶ τὸν ἔφεραν εἰς τὸ συνέδριόν τους καὶ τοῦ λέγουν,
Τότε οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι συνεκάλεσαν συνέδριον καὶ εἶπαν, «Τί νὰ κάνωμεν; ἐπειδὴ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος κάνει πολλὰ θαύματα.
Ἀλλ᾽ ἔπρεπε νὰ ἐκπληρωθῇ ὁ λόγος ποὺ εἶναι γραμμένος εἰς τὸν νόμον τους : Μὲ ἐμίσησαν χωρὶς λόγον.
Ἀπεκρίθησαν τότε οἱ Ἰουδαῖοι, «Καλὰ δὲν λέμε ὅτι εἶσαι Σαμαρείτης καὶ ἔχεις δαιμόνιον;».
Μερικοὶ ἀπὸ τοὺς Ἐπικουρείους καὶ τοὺς Στωϊκοὺς φιλοσόφους ἦλθαν εἰς ἐπαφὴν μαζί του καὶ μερικοὶ ἔλεγαν, «Τί ἆραγε θέλει νὰ πῇ αὐτὸς ὁ φλύαρος;». Ἄλλοι ἔλεγαν, «Φαίνεται νὰ εἶναι κῆρυξ ξένων θεῶν». Διότι ἐκήρυττε εἰς αὐτοὺς τὸ χαρμόσυνον ἄγγελμα τοῦ Ἰησοῦ καὶ τῆς ἀναστάσεως.
Τὴν ἄλλην ἡμέραν, ἐπειδὴ ἤθελε νὰ μάθῃ ἀκριβῶς διὰ ποίαν αἰτίαν κατηγορεῖτο ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, τὸν ἔλυσε ἀπὸ τὰ δεσμὰ καὶ διέταξε νὰ συνέλθουν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ ὁλόκληρον τὸ συνέδριόν τους. Ὕστερα ἔφερε κάτω τὸν Παῦλον καὶ τοὺς τὸν παρουσίασε.
Ὁ Παῦλος ἔρριξε τὸ βλέμμα του εἰς τὸ συνέδριον καὶ εἶπε, «Ἄνδρες ἀδελφοί, ἐγὼ ἔζησα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἕως σήμερα μὲ τελείως ἀγαθὴν συνείδησιν».
Ὅταν ἄκουσαν αὐτό, ἐμπῆκαν εἰς τὸν ναὸν ἐνωρὶς τὸ πρωῒ καὶ ἐδίδασκαν. Ὅταν δὲ ἔφθασε ὁ ἀρχιερεὺς καὶ ἡ ἀκολουθία του, συνεκάλεσαν τὸ συνέδριον καὶ ὅλην τὴν γερουσίαν τὴν Ἰσραηλιτικὴν καὶ ἔστειλαν εἰς τὴν φυλακὴν διὰ νὰ τοὺς φέρουν.
Ὅταν τοὺς ἔφεραν, τοὺς ὡδήγησαν εἰς τὸ μέσον τοῦ συνεδρίου. Καὶ ὁ ἀρχιερεὺς τοὺς ἐρώτησε,
Καὶ ξεσήκωσαν τὸν λαὸν καὶ τοὺς πρεσβυτέρους καὶ τοὺς γραμματεῖς, ὥρμησαν ἐπάνω του καὶ τὸν ἅρπαξαν βιαίως καὶ τὸν ἔφεραν εἰς τὸ συνέδριον.
Καὶ ὅλοι ποὺ ἐκάθοντο εἰς τὸ συνέδριον προσήλωσαν εἰς αὐτὸν τὰ βλέμματα καὶ εἶδαν τὸ πρόσωπόν του νὰ εἶναι σὰν πρόσωπον ἀγγέλου.
Αὐτὸς εἶναι ὁ Μωϋσῆς ποὺ εἶπε εἰς τοὺς Ἰσραηλίτας, Προφήτην θὰ ἐγείρῃ γιὰ σᾶς Κύριος ὁ Θεός σας ἀπὸ σᾶς τοὺς ἰδίους ὅπως ἤγειρε ἐμέ· αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε.
Ὡς πρὸς τὴν ἀδελφικὴν ἀγάπην, νὰ εἶσθε γεμᾶτοι στοργὴν ὁ ἕνας πρὸς τὸν ἄλλον· ὡς πρὸς τὴν ἀμοιβαίαν ἐκτίμησιν, ὁ ἕνας νὰ ξεπερνᾷ τὸν ἄλλον·
οὔτε πλεονέκται, οὔτε κλέπται, οὔτε μέθυσοι, οὔτε ὑβρισταί, οὔτε ἅρπαγες θὰ κληρονομήσουν τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.
νὰ μὴ ἁμαρτάνῃ καὶ ἐκμεταλλεύεται τὸν ἀδελφόν του εἰς τὰ ζητήματα αὐτά, διότι ὁ Κύριος θὰ εἶναι ὁ δίκαιος τιμωρὸς δι᾽ ὅλα αὐτά, καθὼς καὶ σᾶς εἴπαμε καὶ ἐτονίσαμε προηγουμένως.
νὰ μὴ κακολογοῦν κανένα, νὰ εἶναι εἰρηνικοί, ἐπιεικεῖς, νὰ δείχνουν κάθε πραότητα πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.
Προσέχετε νὰ μὴ ἀρνηθῆτε νὰ ἀκούσετε αὐτὸν ποὺ σᾶς μιλεῖ. Διότι ἐὰν ἐκεῖνοι δὲν ἐξέφυγαν τὴν τιμωρίαν ὅταν ἀρνήθηκαν νὰ ἀκούσουν ἐκεῖνον, ποὺ τοὺς ἐδίδασκε ἐπὶ τῆς γῆς, πολὺ περισσότερον δὲν θὰ ξεφύγωμεν ἐμεῖς, ἐὰν ἀποστρεφώμεθα ἐκεῖνον, ποὺ εἶναι ἀπὸ τοὺς οὐρανούς.
καί, γενόμενος τέλειος, ἀπέβη δι᾽ ὅλους, οἱ ὁποῖοι ὑπακούουν εἰς αὐτόν, αἴτιος αἰωνίου σωτηρίας,
Καὶ ἡ γλῶσσα εἶναι μιὰ φωτιά, κόσμος κακίας. Μεταξὺ τῶν μελῶν μας, ἡ γλῶσσα εἶναι ἐκείνη ποὺ μολύνει ὁλόκληρον τὸ σῶμα καὶ πυρακτώνει τὸν τροχὸν τῆς ζωῆς καὶ πυρακτώνεται καὶ αὐτὴ ἀπὸ τὴν γέενναν.
ὅταν τὸν ὕβριζαν, δὲν ἀπέδιδε τὰς ὕβρεις, ὅταν ὑπέφερε, δὲν ἀπειλοῦσε, ἀλλὰ ἄφηνε τὴν κρίσιν εἰς ἐκεῖνον, ποὺ μπορεῖ νὰ κρίνῃ δίκαια.
χωρὶς νὰ ἀποδίδετε κακὸν ἀντὶ κακοῦ ἢ ὕβριν ἀντὶ ὕβρεως, ἀλλ᾽ ἀπ᾽ ἐναντίας νὰ εὐλογῆτε, γνωρίζοντες ὅτι εἰς τοῦτο ἔχετε καλεσθῆ, εἰς τὸ νὰ κληρονομήσετε εὐλογίαν.
Ἐκεῖνος ποὺ λέγει ὅτι εἶναι εἰς τὸ φῶς καὶ μισεῖ τοὺς ἀδελφούς του, βρίσκεται ἀκόμη εἰς τὸ σκοτάδι.
Ἀπὸ τοῦτο ἀναγνωρίζονται τὰ παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ παιδιὰ τοῦ διαβόλου: ὅποιος δὲν κάνει τὸ ὀρθόν, δὲν εἶναι ἀπὸ τὸν Θεόν, ἐπίσης καὶ ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἀγαπᾶ τοὺς ἀδελφούς του.
Ἐὰν ἰδῇ κανεὶς τὸν ἀδελφόν του νὰ κάνῃ ἁμαρτίαν, ἡ ὁποία δὲν εἶναι ἁμαρτία θανάσιμη, τότε πρέπει νὰ προσευχηθῇ καὶ θὰ τοῦ δώσῃ ὁ Θεὸς ζωήν, εἰς ἐκείνους ποὺ δὲν διαπράττουν ἁμαρτίαν θανάσιμη. Ὑπάρχει ἁμαρτία θανάσιμη. Δὲν λέγω νὰ παρακαλέσῃ γι᾽ αὐτήν.
Ἐνῷ ὁ Μιχαὴλ ὁ ἀρχάγγελος, ὅταν ἐφιλονεικοῦσε μὲ τὸν διάβολον καὶ συζητοῦσε διὰ τὸ σῶμα τοῦ Μωϋσέως, δὲν ἐτόλμησε νὰ ἐκστομίσῃ λοίδορον κρίσιν, ἀλλ᾽ εἶπε, «Ὁ Κύριος νὰ σὲ ἐπιτιμήσῃ».
Τότε ὁ θάνατος καὶ ὁ ᾍδης ἐρρίχθηκαν εἰς τὴν λίμνην τῆς φωτιᾶς. Αὐτὸς εἶναι ὁ δεύτερος θάνατος.