Καὶ ὅταν τὸ ἄκουσαν οἱ δέκα, ἀγανάκτησαν ἐναντίον τῶν δύο ἀδελφῶν.
Kαι όταν το άκουσαν οι δέκα, αγανάκτησαν ενάντια στους δύο αδελφούς.
Όταν το άκουσαν αυτό οι δέκα, αγανάκτησαν με τους δύο αδελφούς.
Όταν το άκουσαν αυτό οι υπόλοιποι δέκα μαθητές, αγανάκτησαν με τους δύο αδερφούς.
και ακουσαντες οι δεκα ηγανακτησαν περι των δυο αδελφων
Αὐτὸς τοὺς λέγει, «Τὸ μὲν ποτῆρι μου θὰ τὸ πιῆτε καὶ θὰ βαπτισθῆτε τὸ βάπτισμα, τὸ ὁποῖον ἐγὼ θὰ βαπτισθῶ, τὸ νὰ σᾶς βάλω ὅμως νὰ καθήσετε εἰς τὰ δεξιά μου καὶ εἰς τὰ ἀριστερά μου δὲν ἔχω δικαίωμα νὰ τὸ δώσω, ἀλλὰ θὰ δοθῇ εἰς ἐκείνους, διὰ τοὺς ὁποίους ἔχει ἑτοιμασθῇ ἀπὸ τὸν Πατέρα μου».
Ὁ Ἰησοῦς τοὺς προσκάλεσε καὶ εἶπε, «Ξέρετε ὅτι οἱ ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν τὰ καταδυναστεύουν καὶ οἱ μεγάλοι τὰ καταπιέζουν.
Ὅταν εἶδε αὐτὸ ὁ Ἰησοῦς, ἀγανάκτησε καὶ τοὺς εἶπε, «Ἀφῆστε τὰ παιδιὰ νὰ ἔλθουν σ᾽ ἐμέ, μὴ τὰ ἐμποδίζετε, διότι σὲ τέτοιους ἀνήκει ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Καὶ ὅταν οἱ δέκα τὸ ἄκουσαν, ἄρχισαν νὰ ἀγανακτοῦν ἐναντίον τοῦ Ἰακώβου καὶ τοῦ Ἰωάννου.
Ἔλαβε τότε τὸν λόγον ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτισμένος διότι ὁ Ἰησοῦς ἐθεράπευσε κατὰ τὸ Σάββατον, καὶ εἶπε εἰς ἐκείνους ποὺ παρευρίσκοντο ἐκεῖ, «Ὑπάρχουν ἕξη ἡμέρες ποὺ ἐπιτρέπεται ἡ ἐργασία· τότε νὰ ἔρχεσθε καὶ νὰ θεραπεύεσθε καὶ ὄχι τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου».
Ἡ ἀγάπη εἶναι μακρόθυμη, εἶναι γεμάτη ἀπὸ εὐμένειαν, ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι ζηλότυπη, ἡ ἀγάπη δὲν καυχᾶται, δὲν εἶναι ὑπερήφανη,
Χωρὶς νὰ κάνετε τίποτε ἀπὸ διάθεσιν φιλονεικίας ἢ ματαιοδοξίας, ἀλλὰ μὲ ταπεινοφροσύνην ὁ ἕνας νὰ θεωρῇ τὸν ἄλλον ἀνώτερόν του.
Ἐὰν ὅμως ἔχετε εἰς τὴν καρδιά σας πικρὴν ζηλοτυπίαν καὶ διάθεσιν πρὸς φιλονεικίαν, μὴ καυχᾶσθε καὶ ψεύδεσθε ἐναντίον τῆς ἀληθείας.
Ὁμοίως οἱ νεώτεροι, νὰ ὑποτάσσεσθε εἰς τοὺς πρεσβυτέρους, ὅλοι δὲ νὰ ἐγκολπωθῆτε τὴν ταπεινοφροσύνην, ὑποτασσόμενοι ὁ ἕνας εἰς τὸν ἄλλον, διότι ὁ Θεὸς ἀντιτάσσεται εἰς τοὺς ὑπερηφάνους, ἀλλ᾽ εἰς τοὺς ταπεινοὺς δίνει χάριν.