Μόλις ἐβγῆκε ὁ δοῦλος ἐκεῖνος, συνήντησε ἕνα ἀπὸ τοὺς συνδούλους του, ποὺ τοῦ χρωστοῦσε ἑκατὸ δηνάρια. Καὶ τὸν ἔπιασε ἀπὸ τὸν λαιμὸ καὶ τοῦ ἔλεγε, «Δός μου ὅσα χρωστᾶς».
Κατά Λουκάν 20:24 - Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν Δείξατέ μου ἕνα δηνάριον. Τίνος εἰκόνα καὶ ἐπιγραφὴν ἔχει;». Ἐκεῖνοι ἀπεκρίθησαν, «Τοῦ Καίσαρος». Περισσότερες εκδόσειςH Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) Δείξτε μου ένα δηνάριο· τίνος έχει την εικόνα και την επιγραφή; Kαι εκείνοι, αποκρινόμενοι, είπαν: Tου Kαίσαρα. Νεοελληνική Μετάφραση Λόγου Δείξτε μου ένα δηνάριο. Tίνος την προσωπογραφία και την επιγραφή έχει;». Του απάντησαν: «Tου Kαίσαρα». Cata Lucan Evanghelion ke e Praxis ton Apostolon 1859 (Frangochiatika) Dhixate mi dhinarion: tìnos icona echi ke epighrafin? ke apocrithéndes ipon, tu Kesaros. Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Δείξτε μου ένα δηνάριο· ποιανού είναι η εικόνα και η επιγραφή που έχει;» Εκείνοι του απάντησαν: «Του αυτοκράτορα». Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Δείξτε μου ένα δηνάριο· ποιανού είναι η εικόνα και η επιγραφή που έχει;» Εκείνοι του απάντησαν: «Του αυτοκράτορα». Textus Receptus (Scrivener 1894) επιδειξατε μοι δηναριον τινος εχει εικονα και επιγραφην αποκριθεντες δε ειπον καισαρος |
Μόλις ἐβγῆκε ὁ δοῦλος ἐκεῖνος, συνήντησε ἕνα ἀπὸ τοὺς συνδούλους του, ποὺ τοῦ χρωστοῦσε ἑκατὸ δηνάρια. Καὶ τὸν ἔπιασε ἀπὸ τὸν λαιμὸ καὶ τοῦ ἔλεγε, «Δός μου ὅσα χρωστᾶς».
Ἀφοῦ δὲ συμφώνησε μὲ τοὺς ἐργάτας ἀπὸ ἕνα δηνάριον τὴν ἡμέραν, τοὺς ἔστειλε στὸ ἀμπέλι του.
Ὅταν τοῦ τὸ ἔφεραν, τοὺς λέγει, «Τίνος εἶναι αὐτὴ ἡ εἰκόνα καὶ ἡ ἐπιγραφή;». Ἐκεῖνοι εἶπαν, «Τοῦ Καίσαρος».
Κατὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας συνέβη νὰ δοθῇ διαταγὴ ἐκ μέρους τοῦ Καίσαρος Αὐγούστου νὰ γίνῃ ἀπογραφὴ ὅλης τῆς οἰκουμένης.
Τότε αὐτὸς τοὺς εἶπε, «Δῶστε λοιπὸν εἰς τὸν Καίσαρα ὅσα ὀφείλονται εἰς τὸν Καίσαρα καὶ εἰς τὸν Θεὸν ὅσα ὀφείλονται εἰς τὸν Θεόν».
Καὶ ἄρχισαν νὰ τὸν κατηγοροῦν λέγοντες, «Εὑρήκαμεν αὐτὸν τὸν ἄνθρωπον νὰ διαστρέφῃ τὸ ἔθνος μας, νὰ ἐμποδίζῃ νὰ δίνωμεν φόρους εἰς τὸν Καίσαρα καὶ νὰ λέγῃ διὰ τὸν ἑαυτόν του ὅτι εἶναι ὁ Χριστός, ὁ βασιλεύς».
Κατὰ τὸ δέκατον πέμπτον ἔτος τῆς αὐτοκρατορίας τοῦ Τιβερίου Καίσαρος, ὅταν ἡγεμὼν τῆς Ἰουδαίας ἦτο ὁ Πόντιος Πιλᾶτος, τετράρχης δὲ τῆς Γαλιλαίας ὁ Ἡρώδης καὶ τετράρχης τῆς Ἰδουμαίας καὶ τῆς χώρας Τραχωνίτιδος ὁ Φίλιππος ὁ ἀδελφός του καὶ τετράρχης τῆς Ἀβιληνῆς ὁ Λυσανίας,
Ἕνας δὲ ἀπὸ αὐτούς, ὀνομαζόμενος Ἄγαβος, ἐσηκώθηκε καὶ προεῖπε διὰ τοῦ Πνεύματος, ὅτι θὰ ἐγίνετο μεγάλη πεῖνα εἰς ὅλην τὴν οἰκουμένην, ἡ ὁποία καὶ ἔγινε ἐπὶ Κλαυδίου Καίσαρος.
Ὁ δὲ Ἀγρίππας εἶπε εἰς τὸν Φῆστον, «Θὰ μποροῦσε νὰ εἶχε ἀπολυθῆ ὁ ἄνθρωπος αὐτός, ἐὰν δὲν εἶχε ἐπικαλεσθῆ τὸν Καίσαρα».
Σᾶς χαιρετοῦν ὅλοι οἱ ἅγιοι, ἰδίως ἐκεῖνοι ποὺ εἶναι μεταξὺ τῶν οἰκιακῶν τοῦ Καίσαρος.