«Ἄλλους ἔσωσε, τὸν ἑαυτόν του δὲν μπορεῖ νὰ τὸν σώσῃ. Ἐὰν εἶναι βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ, ἂς κατεβῇ τώρα ἀπὸ τὸν σταυρὸν καὶ θὰ πιστέψωμε σ᾽ αὐτόν.
Κατά Ιωάννην 20:25 - Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν Τοῦ εἶπαν λοιπὸν οἱ ἄλλοι μαθηταί, «Εἴδαμε τὸν Κύριον». Αὐτὸς δὲ τοὺς εἶπε, «Ἐὰν δὲν ἰδῶ εἰς τὰ χέρια του τὸ σημάδι ἀπὸ τὰ καρφιὰ καὶ δὲν βάλω τὸ δάκτυλό μου εἰς τὸ σημάδι ἀπὸ τὰ καρφιὰ καὶ δὲν βάλω τὸ χέρι μου εἰς τὴν πλευράν του, δὲν θὰ πιστέψω». Περισσότερες εκδόσειςH Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) Tου έλεγαν, λοιπόν, οι άλλοι μαθητές: Eίδαμε τον Kύριο. Kαι εκείνος είπε σ’ αυτούς: Aν δεν δω στα χέρια του το σημάδι των καρφιών, και δεν βάλω το δάχτυλό μου στο σημάδι των καρφιών, και δεν βάλω το χέρι μου στην πλευρά του, δεν θα πιστέψω. Νεοελληνική Μετάφραση Λόγου Tου έλεγαν λοιπόν οι άλλοι μαθητές: «Είδαμε τον Κύριο!». Mα εκείνος τους είπε: «Aν δε δω τα σημάδια των καρφιών στα χέρια του και δε βάλω το δάχτυλό μου στα σημάδια αυτά των καρφιών και δε βάλω το χέρι μου στο πλευρό του, δε θα πιστέψω, όχι!». Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Του έλεγαν λοιπόν οι άλλοι μαθητές: «Είδαμε τον Κύριο με τα μάτια μας». Αυτός όμως τους είπε: «Εγώ αν δεν δω στα χέρια του τα σημάδια από τα καρφιά, κι αν δε βάλω το δάχτυλό μου στα σημάδια από τα καρφιά, και δε βάλω το χέρι μου στη λογχισμένη πλευρά του, δε θα πιστέψω». Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Του έλεγαν λοιπόν οι άλλοι μαθητές: «Είδαμε τον Κύριο με τα μάτια μας». Αυτός όμως τους είπε: «Εγώ αν δεν δω στα χέρια του τα σημάδια από τα καρφιά, κι αν δε βάλω το δάχτυλό μου στα σημάδια από τα καρφιά, και δε βάλω το χέρι μου στη λογχισμένη πλευρά του, δε θα πιστέψω». Textus Receptus (Scrivener 1894) ελεγον ουν αυτω οι αλλοι μαθηται εωρακαμεν τον κυριον ο δε ειπεν αυτοις εαν μη ιδω εν ταις χερσιν αυτου τον τυπον των ηλων και βαλω τον δακτυλον μου εις τον τυπον των ηλων και βαλω την χειρα μου εις την πλευραν αυτου ου μη πιστευσω Textus Receptus (Elzevir 1624) ελεγον ουν αυτω οι αλλοι μαθηται εωρακαμεν τον κυριον ο δε ειπεν αυτοις εαν μη ιδω εν ταις χερσιν αυτου τον τυπον των ηλων και βαλω τον δακτυλον μου εις τον τυπον των ηλων και βαλω την χειρα μου εις την πλευραν αυτου ου μη πιστευσω |
«Ἄλλους ἔσωσε, τὸν ἑαυτόν του δὲν μπορεῖ νὰ τὸν σώσῃ. Ἐὰν εἶναι βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ, ἂς κατεβῇ τώρα ἀπὸ τὸν σταυρὸν καὶ θὰ πιστέψωμε σ᾽ αὐτόν.
Ὕστερα ἐφανερώθηκε εἰς τοὺς ἕνδεκα ἐνῷ ἐκάθοντο εἰς τὴν τράπεζαν, καὶ ἔψεξε τὴν ἀπιστίαν τους καὶ τὴν σκληροκαρδίαν τους, διότι δὲν ἐπίστεψαν ἐκείνους, ποὺ τὸν εἶδαν ἀναστημένον.
Αὐτὸς τὸτε τοὺς εἶπε, «Ὦ ἀνόητοι καὶ βραδύνοοι εἰς τὸ νὰ πιστεύετε εἰς ὅλα ὅσα ἐλάλησαν οἱ προφῆται!
Αὐτὸς βρίσκει πρῶτα τὸν ἀδελφόν του Σίμωνα καὶ τοῦ λέγει, «Εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν» (τὸ ὁποῖον μεταφραζόμενον σημαίνει Χριστός).
Ἔπειτα λέγει εἰς τὸν Θωμᾶν, «Φέρε τὸ δάκτυλό σου ἐδῶ καὶ κύτταξε τὰ χέρια μου καὶ φέρε τὸ χέρι σου καὶ βάλε το εἰς τὴν πλευράν μου καὶ μὴ γίνεσαι ἄπιστος ἀλλὰ πιστός».
Λέγει τότε εἰς τὸν Πέτρον ὁ μαθητὴς ἐκεῖνος, ποὺ ἀγαποῦσε ὁ Ἰησοῦς, «Ὁ Κύριος εἶναι». Ὅταν ὁ Σίμων Πέτρος ἄκουσε ὅτι εἶναι ὁ Κύριος, ἐζώσθηκε τὸ χιτῶνι, διότι ἦτο γυμνός, καὶ ρίχθηκε εἰς τὴν θάλασσαν.
Τότε τοῦ εἶπαν, «Τί σημεῖον λοιπὸν κάνεις, διὰ νὰ τὸ ἰδοῦμε καὶ νὰ σὲ πιστέψουμε; Ποιό εἶναι τὸ ἔργον ποὺ κάνεις;
Προσέχετε, ἀδελφοί, μὴ τυχὸν ὑπάρχῃ σὲ κανένα ἀπὸ σᾶς μία κακή, ἄπιστη καρδιά, ὥστε νὰ ἀποστατήσετε ἀπὸ τὸν ζωντανὸν Θεόν.
Σὲ ποιούς δὲ ὡρκίσθηκε ὅτι δὲν θὰ εἰσέλθουν εἰς τὴν ἀνάπαυσίν του, παρὰ σ᾽ ἐκείνους ποὺ ἐφάνησαν ἀπειθεῖς;