Καὶ τοὺς εἶπε, «Εἶναι γραμμένον, Ὁ οἶκός μου θὰ ὀνομάζεται οἶκος προσευχῆς, σεῖς ὅμως τὸν ἐκάνατε φωληὰ ληστῶν».
Κατά Ιωάννην 12:6 - Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν Αὐτὸ τὸ εἶπε ὄχι ἀπὸ ἐνδιαφέρον διὰ τοὺς πτωχούς, ἀλλὰ διότι ἦτο κλέπτης καὶ εἶχε τὸ ταμεῖον καὶ ἀφαιροῦσε ἐκεῖνα ποὺ ἔβαζαν μέσα. Περισσότερες εκδόσειςH Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) Kαι το είπε αυτό, όχι επειδή τον έμελε για τους φτωχούς, αλλά επειδή ήταν κλέφτης, και είχε το γλωσσόκομο,10 και βάσταζε εκείνα που έρριχναν μέσα σ’ αυτό. Νεοελληνική Μετάφραση Λόγου Αυτό όμως το είπε όχι γιατί τον ένοιαζε για τους φτωχούς, μα γιατί ήταν κλέφτης και γιατί κρατούσε το ταμείο κι έκλεβε τα χρήματα που έβαζαν σ’ αυτό. Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Αυτό το είπε όχι γιατί νοιαζόταν για τους φτωχούς, αλλά γιατί ήταν κλέφτης και, καθώς διαχειριζόταν το κοινό ταμείο, συχνά κρατούσε για τον εαυτό του από τα χρήματα που έβαζαν σ’ αυτό. Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Αυτό το είπε όχι γιατί νοιαζόταν για τους φτωχούς, αλλά γιατί ήταν κλέφτης και, καθώς διαχειριζόταν το κοινό ταμείο, συχνά κρατούσε για τον εαυτό του από τα χρήματα που έβαζαν σ’ αυτό. Textus Receptus (Scrivener 1894) ειπεν δε τουτο ουχ οτι περι των πτωχων εμελεν αυτω αλλα οτι κλεπτης ην και το γλωσσοκομον ειχεν και τα βαλλομενα εβασταζεν Textus Receptus (Elzevir 1624) ειπεν δε τουτο ουχ οτι περι των πτωχων εμελεν αυτω αλλ οτι κλεπτης ην και το γλωσσοκομον ειχεν και τα βαλλομενα εβασταζεν |
Καὶ τοὺς εἶπε, «Εἶναι γραμμένον, Ὁ οἶκός μου θὰ ὀνομάζεται οἶκος προσευχῆς, σεῖς ὅμως τὸν ἐκάνατε φωληὰ ληστῶν».
καὶ ἡ Ἰωάννα ἡ σύζυγος τοῦ Χουζᾶ, ὁ ὁποῖος ἦτο ἐπίτροπος τοῦ Ἡρώδη, καὶ ἡ Σουσάννα καὶ ἄλλες πολλὲς ποὺ τὸν βοηθοῦσαν μὲ τὰ ὑπάρχοντά τους.
«Γιατί δὲν ἐπουλήθηκε αὐτὸ τὸ μύρον γιὰ τριακόσια δηνάρια καὶ δὲν ἐδόθηκε εἰς τοὺς πτωχούς;».
μερικοὶ ἐνόμιζαν ὅτι, ἐπειδὴ ὁ Ἰούδας εἶχε τὸ ταμεῖον, τοῦ εἶπε ὁ Ἰησοῦς, «Ἀγόρασε ἐκεῖνα ποὺ ἔχομεν ἀνάγκην διὰ τὴν ἑορτήν», ἢ νὰ δώσῃ κάτι εἰς τοὺς πτωχούς.
οὔτε πλεονέκται, οὔτε κλέπται, οὔτε μέθυσοι, οὔτε ὑβρισταί, οὔτε ἅρπαγες θὰ κληρονομήσουν τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.
Ἐὰν μπῇ εἰς τὴν συνάθροισίν σας ἄνθρωπος μὲ χρυσὸ δακτυλίδι καὶ ὡραῖα ντυμένος, καὶ μπῇ ἐπίσης ἕνας πτωχὸς μὲ λερωμένα ροῦχα,
Σεῖς ὅμως ἐξευτελίσατε τὸν πτωχόν. Δὲν σᾶς καταδυναστεύουν οἱ πλούσιοι, καὶ αὐτοὶ δὲν εἶναι ποὺ σᾶς σύρουν εἰς τὰ δικαστήρια;