Kαι όταν οι γιοι Iσραήλ αναβόησαν στον Kύριο, ο Kύριος σήκωσε στους γιους Iσραήλ σωτήρα, και τους έσωσε, τον Γοθονιήλ, γιον τού Kενέζ, τον νεότερο αδελφό τού Xάλεβ.
Τότε στην εξουσία των εχθρών τους τούς παρέδωσες, κι αυτοί τους καταδυναστέψανε. Στον καιρό της θλίψης τους σ’ εσένα κράξαν’ για βοήθεια κι εσύ τους άκουσες εκεί στον ουρανό. Κι απ’ τη μεγάλη σου ευσπλαχνία ελευθερωτές τούς έστειλες, που τους γλιτώσαν απ’ την εξουσία των εχθρών τους.
Κάθε φορά που ο Κύριος τους έστελνε έναν Κριτή, ήταν ο ίδιος μαζί του και γλίτωνε τους Ισραηλίτες από τους εχθρούς τους όσον καιρό ζούσε ο Κριτής· ο Κύριος τους λυπόταν, όταν οι εκμεταλλευτές και οι καταπιεστές τους τούς έκαναν να στενάζουν.
Επικαλέστηκαν όμως τον Κύριο, κι αυτός τους έστειλε ελευθερωτή τον Εούδ, γιο του Γηρά, από τη φυλή Βενιαμίν. Ο Εούδ ήταν αριστερόχειρας. Οι Ισραηλίτες τον έστειλαν να πάει δώρα στον Εγλών, βασιλιά της Μωάβ.
Γι’ αυτό ο Κύριος ξέσπασε οργισμένος εναντίον τους και τους παρέδωσε στον Κουσάν-Ρισαθαΐμ, βασιλιά της Μεσοποταμίας, κι έγιναν οι Ισραηλίτες υποτελείς στον Κουσάν-Ρισαθαΐμ για οχτώ χρόνια.
Αυτός είχε εννιακόσιες σιδερένιες άμαξες και καταπίεζε σκληρά τους Ισραηλίτες είκοσι ολόκληρα χρόνια. Έτσι οι Ισραηλίτες επικαλέστηκαν τον Κύριο να τους ελευθερώσει.
Τότε επικαλέστηκαν πάλι τον Κύριο και είπαν: “Κύριε, αμαρτήσαμε, γιατί σε εγκαταλείψαμε και λατρέψαμε τα είδωλα του Βάαλ και τις Αστάρτες! Αλλά τώρα ελευθέρωσέ μας από τους εχθρούς μας, και θα λατρεύουμε εσένα”.