Τώρα, λοιπόν, στείλε και συγκέντρωσέ μου όλους τους Ισραηλίτες, στο όρος Κάρμηλος· συγκέντρωσέ μου επίσης και τους τετρακόσιους πενήντα προφήτες του Βάαλ καθώς και τους τετρακόσιους προφήτες της Αστάρτης, τους προστατευόμενους της βασίλισσας Ιεζάβελ».
Ο τράχηλός σου πύργος από φίλντισι, τα μάτια σου σαν της Εσεβών τις στέρνες κοντά στην πύλη Βαθ-Ραβίμ, η μύτη σου σαν πύργος του Λιβάνου αντίκρυ από τη Δαμασκό.
Η γη μαραίνεται, πενθεί. Ο Λίβανος από ντροπή μαραίνεται, τα βοσκοτόπια της Σαρών έγιναν σαν την έρημο, και η Βασάν κι ο Κάρμηλος χάσαν το φύλλωμά τους.
Άνθη ας την πλημμυρίζουνε, φαιδρά ας πανηγυρίζει και της χαράς ν’ ακούγεται γιορταστικός ο αχός. Θα της δοθεί η μεγαλοπρέπεια του Λιβάνου του Κάρμηλου η λαμπρότητα και της Σαρών. Τότε θα δουν τη δόξα του Κυρίου, το μεγαλείο του δικού μας του Θεού.
Τους δούλους σου έστειλες να με προσβάλεις, εμένα, τον Κύριο, και είπες: “εγώ με τις πολλές μου άμαξες σκάλωσα στις βουνοκορφές, στις άκρες του Λιβάνου. Έκοψα τα ψηλά τα κέδρα του, τα πιο όμορφά του κυπαρίσσια, κι έφτασα στην ψηλότερη κορυφή του, στο δάσος του το πιο πυκνό.
»“Ορκίζομαι στον εαυτό μου”, λέει ο βασιλιάς που ονομάζεται Κύριος του σύμπαντος. “Όπως το Θαβώρ προεξέχει από τ’ άλλα βουνά, κι ο Κάρμηλος από τη θάλασσα, έτσι υπερέχει η δύναμη, που ενάντια στην Αίγυπτο θα ’ρθεί.
Ανατολικά ανέβαιναν ως τη Βαιθ-Δαγών, άγγιζαν την περιοχή της φυλής Ζαβουλών και την Κοιλάδα της Ιφταχήλ, έπειτα κατευθύνονταν βόρεια για να συναντήσουν τη Βαιθ-Εμέκ και τη Νεϊήλ· συνέχιζαν στην ίδια κατεύθυνση, περνούσαν από τη Χαβούλ,
Το πρωί σηκώθηκε νωρίς και πήγε να συναντήσει το Σαούλ. Αλλά τον πληροφόρησαν ότι ο Σαούλ είχε πάει στην πόλη Κάρμηλο για να χτίσει εκεί ένα μνημείο για τον εαυτό του· μετά έφυγε από ’κει και είχε κατεβεί στα Γάλγαλα.