Kαι ο Iσραήλ είδε το μεγάλο εκείνο έργο, που ο Kύριος έκανε επάνω στους Aιγυπτίους· και ο λαός φοβήθηκε τον Kύριο, και πίστεψε στον Kύριο, και στον Mωυσή, τον υπηρέτη του.
Την άλλη μέρα σηκώθηκαν πολύ πρωί και βγήκαν στην έρημο Τεκωά. Καθώς έβγαιναν, ο Ιωσαφάτ στάθηκε και είπε: «Ακούστε με, άντρες του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ: Εμπιστευτείτε τον Κύριο το Θεό σας και θα είστε ασφαλείς. Πιστέψτε στους προφήτες του και θα νικήσετε».
Ο Κύριος είπε στο Μωυσή: «Εγώ θα έρθω κοντά σου μέσα σε πυκνό σύννεφο, ώστε ν’ ακούει ο λαός όταν μιλάω μαζί σου και να σου έχει πάντοτε εμπιστοσύνη». Όταν ο Μωυσής ανέφερε στον Κύριο την απάντηση του λαού,
Αυτοί πίστεψαν, και κατάλαβαν ότι ο Κύριος είχε στρέψει το ενδιαφέρον του στους Ισραηλίτες και είχε δει τη δυστυχία τους. Έσκυψαν τότε και προσκύνησαν.
Οι σπόροι που έπεσαν στο πετρώδες έδαφος, είναι εκείνοι που, όταν ακούσουν το λόγο, τον δέχονται με χαρά, δεν έχουν όμως ρίζα· γι’ αυτό πιστεύουν για λίγο διάστημα και, όταν έρθει ο καιρός της δοκιμασίας, απομακρύνονται.
Ο Μωυσής βέβαια ήταν πιστός σ’ ολόκληρο το σπίτι που του εμπιστεύτηκε ο Θεός, όπως ένας υπηρέτης, και μαρτύρησε γι’ αυτά που θα φανέρωνε μελλοντικά ο Θεός.
Τότε οι πρόγονοί σας επικαλέσθηκαν εμένα, τον Κύριο, κι άπλωσα ανάμεσα σ’ εκείνους και στους Αιγυπτίους ένα σκοτεινό σύννεφο και γύρισα καταπάνω τους τη θάλασσα και τους σκέπασε. Ξέρετε πολύ καλά τα όσα έκανα εναντίον των Αιγυπτίων. ”Στην έρημο μείνατε για πολύν καιρό.
Εκείνη τη μέρα ο Κύριος ανέδειξε τον Ιησού μεγάλον άντρα στα μάτια των Ισραηλιτών. Τον σέβονταν σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, όπως είχαν σεβαστεί το Μωυσή.