Τον καιρό της βασιλείας του Φεκάχ στον Ισραήλ, ο βασιλιάς της Ασσυρίας Τιγλάθ-Πιλέσερ, ήρθε και κυρίεψε την Ιιών, την Αβέλ-Βαιθ-Μααχά, την Ιανώχ, την Κεδές, την Ασώρ, τη Γαλαάδ, τη Γαλιλαία, όλη την περιοχή της φυλής Νεφθαλί. Τους κατοίκους των τους οδήγησε αιχμαλώτους στην Ασσυρία.
Οι ταχυδρόμοι πήγαν σε όλες τις περιοχές του Ιούδα και του Ισραήλ με τις επιστολές που τις υπέγραφε ο βασιλιάς και οι άρχοντες, και διακήρυτταν σύμφωνα με διαταγή του βασιλιά: «Ισραηλίτες, εσείς που γλιτώσατε από τους Ασσυρίους, επιστρέψτε τώρα στον Κύριο το Θεό του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, και θα επιστρέψει κι εκείνος σ’ εσάς!
και λέτε: «Όχι, θα φύγουμε με τα άλογα». Γιατί άλλο δε σας μένει παρά η φυγή· και λέτε: «Θ’ ανεβούμε σε γοργοπόδαρα άλογα». Μα οι διώκτες σας θα ’ναι πιο γρήγοροι απ’ αυτά!
Αλλά ο Κύριος θα φέρει σ’ εσένα και στο λαό σου και στους απογόνους του πατέρα σου, μέρες δυστυχίας τέτοιες, που δε φανήκαν από τότε που αποχωρίστηκε ο Ισραήλ απ’ τον Ιούδα. Αυτό θα γίνει με το βασιλιά των Ασσυρίων».
Την ημέρα εκείνη ο Κύριος θα πληρώσει το βασιλιά της Ασσυρίας εκεί, πέρα απ’ τον Ευφράτη ποταμό, και θα τον μεταχειριστεί σαν ξυράφι για να ξυρίσει το κεφάλι σας και τις τρίχες απ’ όλο το σώμα σας, δίχως να λησμονήσει τη γενειάδα.
Θα φύγεις κι από ’κει καλύπτοντας το πρόσωπό σου με τα χέρια σου από ντροπή, γιατί εγώ, ο Κύριος έχω απορρίψει εκείνους που εσύ εμπιστεύεσαι. Τίποτα δεν θα πετύχεις μ’ αυτούς».
«Ο λαός του Εφραΐμ διαπίστωσε την αρρώστια του και ο λαός του Ιούδα την πληγή του. Τότε ο λαός του Εφραΐμ έστειλε αγγελιοφόρους στο μεγάλο βασιλιά των Ασσυρίων. Μα εκείνος δεν μπορεί να τους γιατρέψει, δεν μπορεί να θεραπεύσει την πληγή τους.