Αγγαίος 1:6 - Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη)
Σπέρνετε πολλά μα συγκεντρώνετε λίγα· τρώτε αλλά δε χορταίνετε· πίνετε μα δεν ευχαριστιέστε· ντύνεστε αλλά δε ζεσταίνεστε και του εργάτη ο μισθός μπαίνει σε τρύπια τσέπη”.
Έχετε σπείρει πολύ, και πήρατε λίγο· τρώτε, και δεν χορταίνετε· πίνετε, και δεν ευχαριστιέστε· ντύνεστε, και δεν θερμαίνεστε· και αυτός που μισθοδοτείται, μισθοδοτείται για ένα τρυπημένο βαλάντιο.
Σπέρνετε πολλά μα συγκεντρώνετε λίγα· τρώτε αλλά δε χορταίνετε· πίνετε μα δεν ευχαριστιέστε· ντύνεστε αλλά δε ζεσταίνεστε και του εργάτη ο μισθός μπαίνει σε τρύπια τσέπη”.
Την εποχή που βασίλευε ο Δαβίδ, έπεσε πείνα στη χώρα και κράτησε τρία συνεχή χρόνια. Ο Δαβίδ ρώτησε σχετικά τον Κύριο κι ο Κύριος του αποκρίθηκε: «Αυτό έγινε εξαιτίας των φόνων που έκανε ο Σαούλ και οι δικοί του, όταν έδωσε διαταγή να θανατωθούν οι Γαβαωνίτες».
Εκείνη απάντησε: «Μα τον αληθινό Θεό, το Θεό σου, δεν έχω καθόλου ψωμί, παρά μόνο μια χούφτα αλεύρι στο πιθάρι και λίγο λάδι στο δοχείο. Ήρθα εδώ για να μαζέψω δυο ξυλαράκια, να πάω να ετοιμάσω για μένα και το γιο μου ό,τι έχει απομείνει, να το φάμε και μετά να πεθάνουμε».
Ενώ, από τότε που σταματήσαμε να θυμιάζουμε στη Βασίλισσα του Ουρανού και να της προσφέρουμε σπονδές, στερηθήκαμε τα πάντα κι οι άνθρωποί μας πέθαναν στον πόλεμο κι από την πείνα».
Θα τρώνε, μα δε θα χορταίνουν· θα επιδίδονται στην πορνεία, αλλά δε θα πολλαπλασιάζονται· γιατί εγκατέλειψαν τον Κύριο για να δοθούν στη λατρεία των ειδώλων».
Καθώς το λέει ο λόγος, αυτός που σπέρνει άνεμο, θύελλα θα θερίσει. Καλαμιά δίχως στάχυ δεν δίνει αλεύρι· κι αν μολαταύτα δώσει, ξένοι θα το καταβροχθίσουνε.
Όταν θα σας στερήσω το ψωμί σας, ένας μόνο φούρνος θα αρκεί σε δέκα γυναίκες για να ψήσουν το ψωμί σας και θα σας το φέρνουν μετρημένο. Θα τρώτε και δε θα χορταίνετε.
Επιδιώκετε πολλά, μα λίγα κατορθώνετε. Στο σπίτι σας τα φέρνετε μα εγώ τα εξανεμίζω. Γιατί συμβαίνει αυτό; Επειδή ο ναός μου είναι ερειπωμένος, κι εσείς ασχολείσθε καθένας με το δικό του σπίτι!
Πώς ήταν τότε; Υπολογίζατε να βγάλετε από ένα χωράφι είκοσι σακιά γεννήματα και παίρνατε δέκα. Κι από ένα αμπέλι υπολογίζατε να βγάλετε πενήντα δοχεία κρασί και βγάζατε είκοσι.
Ο Κύριος του σύμπαντος λέει: “έχω εξαπολύσει την κατάρα· θα μπει μέσα στο σπίτι του κλέφτη κι εκείνου που ψευδορκεί στο όνομά μου. Θα παραμείνει μέσα στο σπίτι και θα το εξαφανίσει μαζί με τα ξύλα του και τα λιθάρια του”».
Σας είπαν εκ μέρους μου: “μέχρι τώρα δεν υπήρχε αντιμισθία για τους εργάτες· ούτε τα ζώα απέδιδαν τίποτε. Όποιος έβγαινε από την πόλη φοβόταν για τη ζωή του· κι εγώ ξεσήκωνα τον ένα εναντίον του άλλου.
«Αν δεν υπακούσετε και δεν αποφασίσετε να με τιμήσετε, θα στείλω εναντίον σας συμφορά και θα ανακαλέσω τα προνόμιά σας. Και πράγματι το ’κανα, αλλά εσείς δεν συμμορφωθήκατε.