Εσύ νιώθεις καλόβολα μες στα ζεστά τα ρούχα σου, όταν η ατμόσφαιρα της γης με τη νοτιά γίνεται πνιγηρή.
Γιατί τα ενδύματά σoυ είναι ζεστά, όταν αναπαύει τη γη με τoν νoτιά;
Ξέρεις πώς ταξιδεύουνε μετέωρα τα σύννεφα, το θαύμα αυτό της τέλειας σοφίας του Θεού;
Μήπως μαζί του τέντωνες το θόλο τον ουράνιο, που ’ναι σκληρός καθώς χυτός, μεταλλικός καθρέφτης;
Μπορείς όλες μαζί να δέσεις τις Πλειάδες; να χαλαρώσεις τις χορδές του Ωρίωνα;
Μα με τις ζέστες του καλοκαιριού στερεύουνε· στην πύρα του ήλιου η κοίτη τους μένει στεγνή.
Κι όταν φυσάει νοτιάς, λέτε πως θ’ ακολουθήσει καύσωνας, κι έτσι γίνεται.