Ήμουν τα μάτια των τυφλών και των χωλών τα πόδια.
Ήμoυν μάτι στoν τυφλό, και πόδι στoν χωλό, εγώ.
Εσύ νουθέτησες πολλούς και χέρια ασθενικά δυνάμωσες.
Ο Μωυσής του είπε: «Σε παρακαλώ, μη μας αφήνεις. Εσύ ξέρεις πού μπορούμε να κατασκηνώνουμε στην έρημο· θα είσαι λοιπόν ο οδηγός μας.
Τυφλοί ξαναβλέπουν και κουτσοί περπατούν, λεπροί καθαρίζονται και κουφοί ακούν, νεκροί ανασταίνονται και φτωχοί ακούνε το χαρμόσυνο άγγελμα.