Λίγη μου μένει πια ζωή. Πάρε από μένα τις ταλαιπωρίες κι άσε με λίγη ανάπαυση να βρω,
Δεν είναι λίγες oι ημέρες μoυ; Σταμάτα, λoιπόν, και άφησέ με, για να συνέλθω λίγo,
Θα ’τανε σαν να μην υπήρξα, κι απ’ τη κοιλιά στον τάφο μου θα ’χα μεταφερθεί.
Πάρε το χέρι σου από πάνω μου, ο φόβος σου να μη με τρομάζει.
Αδύναμος και αβοήθητος γεννιέται ο άνθρωπος και λίγα χρόνια ζει γεμάτα στενοχώριες.
Εμείς είμαστε χτεσινοί και τίποτα δεν ξέρουμε· πάνω στη γη σαν τη σκιά περνά η ζωή μας.
αναπνοή να πάρω δε μ’ αφήνει, με πίκρες μού γεμίζει τη ζωή.