Kαι πνεύμα τού Kυρίου έπεσε επάνω μου, και μου είπε: Nα μιλήσεις: Έτσι λέει ο Kύριος· σύμφωνα μ’ αυτό τον τρόπο έχετε μιλήσει, οίκος Iσραήλ· επειδή, τις σκέψεις τού πνεύματός σας, εγώ τις ξέρω.
Κι εσύ, γιε μου Σολομώντα, αναγνώρισε το Θεό του πατέρα σου και υπηρέτησέ τον με καρδιά ειλικρινή και με προθυμία, γιατί ο Κύριος εξετάζει όλες τις καρδιές και γνωρίζει όλες τις σκέψεις. Αν τον εκζητήσεις, θα σου φανερωθεί· αν όμως τον εγκαταλείψεις, θα σε αποκηρύξει για πάντα.
Εσείς νομίζετε πως έχετε κάνει συνθήκη με το θάνατο και συμφωνία με τον άδη και πως η μάστιγα η καταστροφική όταν περάσει δε θα σας αγγίξει. Κάνατε την ψευτιά καταφύγιο και την απάτη κρυψώνα σας.
Ο Κύριος λέει: «Φώναξε δυνατά, μη συγκρατιέσαι! Βγάλε φωνή σαν σάλπιγγα και πες στο λαό μου τις ανομίες τους, πες στους απογόνους του Ιακώβ τις αμαρτίες τους.
Αλλά, εσύ που κρίνεις δίκαια, Κύριε του σύμπαντος, και εξετάζεις τα αισθήματα και τις σκέψεις των ανθρώπων, κάνε να δω το πώς εσύ θα τους εκδικηθείς· σ’ εσένα έχω εμπιστευθεί την υπόθεσή μου.
Εγώ ο Κύριος εξερευνώ τα βάθη της καρδιάς, γνωρίζω τις πιο μύχιες επιθυμίες του ανθρώπου, για ν’ ανταποδώσω στον καθένα ανάλογα με τη ζωή του και με τα έργα του.
Λέει ακόμα ο Κύριος: «Εσείς ίσως φαντάζεστε πως μπορείτε να γίνετε σαν τα έθνη, σαν τις φυλές των ξένων χωρών, και να λατρεύετε θεούς από ξύλο και πέτρα. Αλλά αυτό ποτέ δε θα συμβεί!
«Εσύ άνθρωπε, πες στο βασιλιά της Τύρου: “άκου τι λέει για σένα ο Κύριος, ο Θεός: Περηφανεύτηκες και ισχυρίστηκες πως είσαι θεός, κι ότι κάθεσαι στο θρόνο του Θεού μες στην καρδιά των θαλασσών· ενώ είσαι ένας απλός άνθρωπος κι όχι θεός κι ας θεωρείς εσύ τον εαυτό σου σοφό σαν το Θεό.
Φώναξε και πες του: “άκου τι έχει να σου πει ο Κύριος ο Θεός: Είμαι εναντίον σου, Φαραώ, βασιλιά της Αιγύπτου! Μεγάλε κροκόδειλε, που είσαι ξαπλωμένος μέσα στα ποτάμια της και ισχυρίζεσαι πως ο Νείλος είναι δικός σου και ότι εσύ τον έφτιαξες!
Αλλά όταν θα σου μιλήσω, θ’ ανοίξω το στόμα σου για να τους μεταφέρεις τι λέω εγώ, ο Κύριος, ο Θεός. Όποιος θέλει ν’ ακούσει, ας ακούσει κι όποιος δεν θέλει, ας μην ακούσει, γιατί αυτοί είναι αποστάτες».
Την πέμπτη μέρα του έκτου μήνα του έκτου έτους της αιχμαλωσίας μας, ενώ καθόμουν στο σπίτι μου, με τους πρεσβυτέρους του Ιούδα καθισμένους μπροστά μου, ένιωσα ξαφνικά τη δύναμη του Κυρίου, του Θεού.
Τον ρωτάει για τρίτη φορά: «Σίμων, γιε του Ιωνά, μ’ αγαπάς;» Στενοχωρήθηκε ο Πέτρος που τον ρώτησε για τρίτη φορά «μ’ αγαπάς;» και του απαντάει: «Κύριε, εσύ τα ξέρεις όλα· εσύ ξέρεις ότι σ’ αγαπώ». Του λέει τότε ο Ιησούς: «Βόσκε τα πρόβατά μου.
Και η γλώσσα είναι σαν τη φωτιά. Είναι ένας ολόκληρος κόσμος αδικίας. Η γλώσσα εξουσιάζει τα μέλη μας. Αυτή σπιλώνει όλο το σώμα. Κατακαίει τον κύκλο της ζωής μας και παίρνει τη φλόγα της από τη φωτιά της κόλασης.
και θα χτυπήσω με θανατικό τα παιδιά της. Θα μάθουν έτσι όλες οι εκκλησίες πως εγώ ξέρω τι κρύβει ο νους και η καρδιά του ανθρώπου· θα κρίνω τον καθένα σας ανάλογα με τα έργα σας.