Β' Χρονικών 15:15 - Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη)
Όλος ο λαός του Ιούδα χαίρονταν για τον όρκο τους αυτό, που τον είχαν δώσει μ’ όλη τους την καρδιά. Χαίρονταν που αναζήτησαν τον Κύριο μ’ όλη τους την καρδιά και τον είχαν βρει, κι ο Κύριος τους είχε εξασφαλίσει ειρήνη από παντού.
Kαι oλόκληρoς o Ioύδας ευφράνθηκε στoν όρκo· επειδή, oρκίστηκαν από oλόκληρη την καρδιά τoυς, και τoν εκζήτησαν με oλόκληρη τη θέλησή τoυς· και βρέθηκε σ’ αυτoύς· και o Kύριoς τoυς έδωσε ανάπαυση oλόγυρα.
Όλος ο λαός του Ιούδα χαίρονταν για τον όρκο τους αυτό, που τον είχαν δώσει μ’ όλη τους την καρδιά. Χαίρονταν που αναζήτησαν τον Κύριο μ’ όλη τους την καρδιά και τον είχαν βρει, κι ο Κύριος τους είχε εξασφαλίσει ειρήνη από παντού.
Μετά ο βασιλιάς στάθηκε πλάι στο στύλο του ναού κι έκανε συμφωνία με τον Κύριο· έδωσε υπόσχεση ότι θα τον ακολουθεί και θα τηρεί τις εντολές του, τα προστάγματά του και τους νόμους του με όλη την καρδιά του και την ψυχή του, και ότι θα εφαρμόζει όλα όσα είναι γραμμένα σ’ αυτό το βιβλίο της διαθήκης. Και όλος ο λαός υποσχέθηκε να μείνει πιστός στη διαθήκη.
Μετά από τους λευίτες, όλοι όσοι ήθελαν να λατρεύσουν τον Κύριο, το Θεό του Ισραήλ, ήρθαν απ’ όλες τις φυλές του Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ, για να θυσιάσουν στον Κύριο, το Θεό των προγόνων τους.
Είπε στο λαό του Ιούδα: Ας κάνουμε επισκευές σ’ αυτές τις πόλεις κι ας χτίσουμε γύρω τους τείχη και πύργους με πόρτες και αμπάρες. Τώρα πια εμείς είμαστε κύριοι της χώρας, γιατί κάναμε το θέλημα του Κυρίου του Θεού μας κι εκείνος μας εξασφάλισε ησυχία από παντού». Έτσι έχτιζαν και πρόκοβαν.
Ο βασιλιάς Ασά διέθετε στρατό, τριακόσιες χιλιάδες άντρες από τη φυλή Ιούδα οπλισμένους με ασπίδες και δόρατα, και διακόσιες ογδόντα χιλιάδες άντρες από τη φυλή Βενιαμίν, οπλισμένους με ασπίδες και τόξα. Όλοι αυτοί ήταν ικανότατοι πολεμιστές.
και βγήκε να συναντήσει τον Ασά. «Άκουσέ με, Ασά», του είπε, «εσύ και όλος ο λαός των φυλών Ιούδα και Βενιαμίν! Ο Κύριος θα είναι μαζί σας, όταν κι εσείς είστε μαζί του. Αν τον αναζητάτε θα τον βρίσκετε· αν όμως τον εγκαταλείψετε θα σας εγκαταλείψει.
Μετά ο βασιλιάς στάθηκε στη θέση του κι έκανε συμφωνία με τον Κύριο· έδωσε υπόσχεση ότι θα τον ακολουθεί και θα τηρεί τις εντολές του, τα προστάγματά του και τους νόμους του με όλη την καρδιά του και την ψυχή του και ότι θα εφαρμόζει όλα όσα είναι γραμμένα σ’ αυτό το βιβλίο της διαθήκης.
Ο κυβερνήτης Νεεμίας και ο Έσδρας, ιερέας και γνώστης του νόμου, καθώς και οι λευίτες, που εξηγούσαν το κείμενο, είπαν στο λαό: «Η ημέρα αυτή είναι αφιερωμένη στον Κύριο το Θεό σας! Δεν είναι ώρα τώρα για κλάματα και πένθη», γιατί όλος ο λαός έκλαιγε ακούγοντας να διαβάζεται ο νόμος.
Αντίθετα, αν ο Θεός δεν θέλει ν’ αντιδράσει, ποιος θα του δώσει άδικο; Αν θέλει να κρυφτεί, ποιος θα τον δει; Τι θα μπορούσαν οι λαοί να κάνουν, κι η οικουμένη,
Ο Μωυσής γύρισε και ανακοίνωσε στο λαό όλους τους λόγους του Κυρίου και τις αποφάσεις του. Κι ο λαός αποκρίθηκε με μια φωνή: «Ό,τι προστάζει ο Κύριος θα το εφαρμόσουμε».
Δε μίλησα κρυφά ούτ’ έκρυψα τη σκέψη μου· δεν είπα στους απογόνους του Ιακώβ, “ζητήστε με στο κενό”. Εγώ είμαι ο Κύριος, που λέω ό,τι είναι δίκαιο και αναγγέλλω την αλήθεια».
Αυτή είναι η καύχησή μας: Η συνείδησή μας μαρτυρεί ότι συμπεριφερθήκαμε στον κόσμο και πιο πολύ σ’ εσάς με την απλότητα και την ειλικρίνεια που δίνει ο Θεός· όχι με ανθρώπινη σοφία αλλά με τη χάρη του Θεού.
Έτσι μαζί με τους Λευίτες και τους ξένους που ζουν ανάμεσά σας θα απολαμβάνετε όλα τα αγαθά, που ο Κύριος, ο Θεός σας θα δίνει σ’ εσάς και στις οικογένειές σας.
Πέρασε πολύς καιρός από τότε που ο Θεός εξασφάλισε την ειρήνη στο λαό Ισραήλ από όλους τους γύρω εχθρούς του. Ο Ιησούς είχε πια γεράσει και είχε φτάσει σε μεγάλη ηλικία.