Απ’ όλα τα ζώα του αγρού, που είχε δημιουργήσει ο Κύριος ο Θεός, το φίδι ήταν το πιο πανούργο. Είπε λοιπόν το φίδι στη γυναίκα: «Αλήθεια είπε ο Θεός να μη φάτε απο κανένα δέντρο του κήπου;»
Β' Σαμουήλ 13:3 - Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Αλλά ο Αμνών είχε έναν φίλο, τον Ιωναδάβ, γιο του Σαμμά, αδερφού του Δαβίδ. Ο Ιωναδάβ ήταν πολύ πανούργος άνθρωπος. H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) Eίχε δε o Aμνών έναν φίλo, πoυ oνoμαζόταν Iωναδάβ, γιoς τoύ Σαμαά, αδελφoύ τoύ Δαβίδ· o δε Iωναδάβ ήταν άνθρωπoς υπερβoλικά πανoύργoς. Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Αλλά ο Αμνών είχε έναν φίλο, τον Ιωναδάβ, γιο του Σαμμά, αδερφού του Δαβίδ. Ο Ιωναδάβ ήταν πολύ πανούργος άνθρωπος. |
Απ’ όλα τα ζώα του αγρού, που είχε δημιουργήσει ο Κύριος ο Θεός, το φίδι ήταν το πιο πανούργο. Είπε λοιπόν το φίδι στη γυναίκα: «Αλήθεια είπε ο Θεός να μη φάτε απο κανένα δέντρο του κήπου;»
Εκείνον τον καιρό ο Ιούδας έφυγε από τ’ αδέρφια του και εγκαταστάθηκε κοντά σ’ έναν Οδολλαμίτη, που λεγόταν Ιράς.
Ο Ιούδας έστειλε το κατσίκι με το φίλο του τον Οδολλαμίτη για να πάρει πίσω τα ενέχυρα από τη γυναίκα, αλλά εκείνος δεν τη βρήκε.
Ο Αμνών βασανιζόταν τόσο πολύ από τον έρωτά του, που αρρώστησε για την Ταμάρ, γιατί ήταν παρθένα και του ήταν πάρα πολύ δύσκολο να την πλησιάσει.
Αλλά ο Ιωναδάβ, γιος του Σαμμά κι ανεψιός του Δαβίδ, του είπε: «Μη νομίζεις, κύριέ μου βασιλιά, ότι σκότωσαν όλους τους νέους, τους γιους σου. Μόνο ο Αμνών είναι νεκρός· το είχε αποφασίσει ο Αβεσσαλώμ από την ημέρα που ο Αμνών ατίμασε την αδερφή του την Ταμάρ. Μη βασανίζεσαι, λοιπόν, με τέτοιες σκέψεις».
Ρώτησε, λοιπόν, τον Αμνών: «Γιατί κάθε μέρα είσαι τόσο στενοχωρημένος, γιε του βασιλιά; Δε θα μου πεις;» Ο Αμνών του απάντησε: «Αγαπώ την Ταμάρ, αδερφή του αδερφού μου Αβεσσαλώμ».
Έτσι έστειλε κι έφερε από την Τεκωά μια έξυπνη γυναίκα και της είπε: «Κάνε ότι πενθείς· φόρεσε πένθιμα ρούχα, μην αλειφτείς με αρωματικό λάδι και προσποιήσου τη γυναίκα που πενθεί από καιρό έναν νεκρό.
Αυτός πρόσβαλλε συνέχεια τους Ισραηλίτες, αλλά ο Ιωνάθαν, γιος του Σαμμά και ανεψιός του Δαβίδ, τον σκότωσε.
Ο Ιεσσαί είχε εφτά γιους: τον Ελιάβ –πρωτότοκο– και μετά κατά σειρά τούς: Αβιναδάβ, Σιμά,
Ο Ιωνάθαν, θείος του Δαβίδ, άνθρωπος συνετός και γραμματέας ήταν σύμβουλος του βασιλιά. Ο Ιεχιήλ, γιος του Χαχμονί, ήταν παιδαγωγός των γιων του βασιλιά.
«Ο λαός μου είναι ανόητος», λέει ο Κύριος. «Δε με γνωρίζουν· είναι σαν τ’ άμυαλα παιδιά τα δίχως γνώση. Είναι πανούργοι για να κάνουν το κακό, μα το καλό δεν ξέρουν να το πράττουν».
Επειδή ό,τι ο κόσμος αυτός θεωρεί σοφία, είναι μωρία στα μάτια του Θεού. Το λέει κι η Γραφή: Ο Θεός πιάνει τους σοφούς στην πανουργία τους την ίδια.
Αυτή η δήθεν σοφία δεν έρχεται από τον ουρανό, αλλά είναι γήινη, σαρκική, δαιμονική.
Μετά τον ρώτησε: «Αυτά είναι όλα τα παιδιά σου;» Εκείνος απάντησε: «Απομένει ακόμα ο μικρότερος, αλλ’ αυτός βόσκει τα πρόβατα». «Στείλε και φέρ’ τον», του είπε ο Σαμουήλ· «δε θα καθίσουμε στο τραπέζι πριν να ’ρθεί κι αυτός εδώ».
Μετά ο Ιεσσαί παρουσίασε τον Σαμμά. «Ούτε αυτόν τον διάλεξε ο Κύριος», είπε ο Σαμουήλ.