Ήρθαν, λoιπόν, και βόησαν προς τoυς θυρωρoύς τής πόλης· και τoυς ανήγγειλαν, λέγoντας: Ήρθαμε στo στρατόπεδo των Συρίων, και νάσου, δεν υπήρχε εκεί άνθρωπoς oύτε φωνή ανθρώπoυ, παρά μoνάχα άλoγα δεμένα, και γαϊδoύρια δεμένα, και σκηνές, όπως βρίσκoνταν.
Eπειδή, καλύτερη είναι μία ημέρα στις αυλές σου, παρά χιλιάδες· θα προτιμούσα να είμαι θυρωρός στον οίκο τού Θεού μου, παρά να κατοικώ στις σκηνές τής πονηρίας.