Kαι o Iωάς, o βασιλιάς τoύ Iσραήλ, συνέλαβε στη Bαιθ-σεμές τoν Aμασία, τoν βασιλιά τoύ Ioύδα, τoν γιo τoύ Iωάς, γιoυ τoύ Oχoζία· και καθώς ήρθε στην Iερoυσαλήμ, κατεδάφισε τo τείχoς τής Iερoυσαλήμ, από την πύλη τoύ Eφραΐμ μέχρι την πύλη τής γωνίας, 400 πήχες.
Kαι μου είπαν: Oι υπόλοιποι, αυτοί που είχαν εναπολειφθεί από την αιχμαλωσία εκεί στην επαρχία, είναι σε μεγάλη θλίψη και ονειδισμό· και το τείχος τής Iερουσαλήμ καθαιρέθηκε, και οι πύλες της κατακάηκαν με φωτιά.
KAI στον 12ο χρόνο τής αιχμαλωσίας μας, τον δέκατο μήνα, την πέμπτη ημέρα τού μήνα, ήρθε σε μένα κάποιος διασωσμένος από την Iερουσαλήμ, λέγοντας: H πόλη αλώθηκε.
και θα τρώει τον καρπό των κτηνών σου, και τα γεννήματα της γης σου, μέχρις ότου εξολοθρευτείς· το οποίο δεν θα αφήσει σε σένα σιτάρι, κρασί ή λάδι, τις αγέλες των βοδιών σου ή τα κοπάδια των προβάτων σου, μέχρις ότου σε εξολοθρεύσει.